Μια βόλτα στην Κούβα

Η Δημοκρατία της Κούβας (ισπανικά: Cuba ή República de Cuba), είναι νησιωτικό κράτος της Καραϊβικής που αποτελείται από το ομώνυμο νησί (το μεγαλύτερο στις Μεγάλες Αντίλες), την Ίσλα δε λα Χουβεντούδ, καθώς και μικρότερα νησιά. Βρίσκεται στη βόρεια Καραϊβική, ανάμεσα στην Καραϊβική Θάλασσα, τον Κόλπο του Μεξικού και τον Ατλαντικό Ωκεανό. Η Κούβα βρίσκεται νότια των ΗΠΑ και των νήσων Μπαχάμες, δυτικά των Τερκς και Κέικος και της Αϊτής και ανατολικά του Μεξικού. Οι Κέιμαν Νήσοι και η Τζαμάικα βρίσκονται νότια της Κούβας.
Η Κούβα είναι η πολυπληθέστερη χώρα στην Καραϊβική. Ο πολιτισμός και τα έθιμά της αντλούνται από διάφορες πηγές, συμπεριλαμβανομένων της περιόδου της ισπανικής αποικιοκρατίας, της μεταφοράς σκλάβων από την Αφρική και, σε μικρότερο βαθμό, της γειτνίασης με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Το νησί έχει τροπικό κλίμα το οποίο μετριάζεται από τη θάλασσα που το περιβάλλει. Τα θερμά ρεύματα της θάλασσας της Καραϊβικής και η θέση της Κούβας ανάμεσα σε μεγάλα θαλάσσια σώματα προκαλούν συχνά καταιγίδες.
Η περιοχή ανακαλύφθηκε από τον Χριστόφορο Κολόμβο το 1492 και αποικήθηκε κατά τους επόμενους αιώνες ως τμήμα της Ισπανικής Αποικιακής Αυτοκρατορίας. Στο τέλος του 19ου αιώνα μια σειρά από εξεγέρσεις, στις οποίες ενεπλάκησαν και οι Ηνωμένες Πολιτείες έληξαν με την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της περιοχής το 1898. Μετά από πολιτικές περιπέτειες, το 1959, επικρατεί η Κουβανική Επανάσταση, όπου ο Φιδέλ Κάστρο επικεφαλής ανταρτών ανατρέπει την φιλοαμερικανική κυβέρνηση του Φουλχένσιο Μπατίστα. Το γεγονός αυτό θεωρείται σταθμός στην ιστορία της Λατινικής Αμερικής, ενώ από το 1962 οι Ηνωμένες Πολιτείες διατηρούν οικονομικό και εμπορικό εμπάργκο κατά της Κούβας.
Η καταγεγραμμένη ιστορία της Κούβας ξεκινάει στις 24 Οκτωβρίου 1492, όταν ο Χριστόφορος Κολόμβος εντόπισε το νησί κατά το πρώτο του εξερευνητικό ταξίδι και το διεκδίκησε εκ μέρους της Ισπανίας. Το νησί κατά την προκολομβιανή εποχή κατοικούνταν από ιθαγενείς φυλές, γνωστές ως Ταΐνοι και Σιμπονέι, των οποίων οι πρόγονοι είχαν έρθει αρκετούς αιώνες νωρίτερα από τη Νότια Αμερική. Οι Ταΐνοι ήταν γεωργοί και οι Σιμπονέι κυνηγοί-τροφοσυλλέκτες. Το όνομα Κούβα προέρχεται από την Ταΐνη λέξη cubanacán που σημαίνει "κεντρικός τόπος".

Οι ακτές της Κούβας χαρτογραφήθηκαν πλήρως από τον Σεβαστιάν ντε Οκάμπο το 1511, και το ίδιο έτος ο Ντιέγο Βελάσκες ντε Κουέγιαρ ίδρυσε τον πρώτο ισπανικό καταυλισμό στην Μπαρακόα. Άλλες πόλεις, συμπεριλαμβανομένης της Αβάνας (η οποία ιδρύθηκε το 1515), ακολούθησαν σύντομα μετά. Οι Ισπανοί, όπως έκαναν σε όλη την ήπειρο, καταπίεσαν και σκλάβωσαν τους περίπου 100.000 ιθαγενείς κατοίκους του νησιού. Μέσα σε εκατό χρόνια εξαφανίστηκαν όλοι τους, ως αποτέλεσμα του συνδυασμού ασθενειών, καταναγκαστικών έργων και γενοκτονίας. Τότε οι έποικοι έφεραν σκλάβους από την Αφρική, οι οποίοι σε σύντομο χρονικό διάστημα αποτελούσαν σημαντική μερίδα του πληθυσμού.
Η Κούβα ήταν υπό ισπανική κυριαρχία επί 388 έτη, διοικούμενη από Ισπανό κυβερνήτη στην Αβάνα, με την οικονομία της να βασίζεται στις φυτείες και την εξαγωγή ζάχαρης, καφέ και καπνού στην Ευρώπη και αργότερα στη Βόρεια Αμερική. Καταλήφθηκε από τους Βρετανούς το 1762, ενώ επανακτήθηκε το επόμενο έτος. Ο ισπανικός πληθυσμός ενισχύθηκε από έποικους που εγκατέλειψαν την Αϊτή όταν το νησί πέρασε στην κυριαρχία των Γάλλων. Όπως και σε άλλες κτήσεις της Ισπανικής Αυτοκρατορίας, η κοινωνική και οικονομική εξουσία ήταν στα χέρια μιας μικρής ελίτ γαιοκτημόνων ισπανικής καταγωγής, τους οποίους εξυπηρετούσε ένα πλήθος, κυρίως μιγάδων, από αγρότες, εργάτες και σκλάβους.
Τη δεκαετία του 1820, όταν οι άλλες περιοχές της Ισπανικής Αυτοκρατορίας στη Λατινική Αμερική επαναστατούσαν και δημιούργησαν ανεξάρτητα κράτη, η Κούβα παρέμεινε πιστή, αν και μικρές εστίες αντίστασης επιθυμούσαν αυτοδιάθεση. Αυτό οφείλεται εν μέρει λόγω της ευημερίας των Κουβανών που εξαρτιόταν από τις εξαγωγές στην Ευρώπη, καθώς και από το φόβο πιθανής απόσυρσης των Ισπανών που θα πυροδοτούσε εξέγερση των σκλάβων, όπως έγινε στην Αϊτή, αλλά και επειδή οι Κουβανοί αντιτίθονταν περισσότερο την αυξανόμενη ισχύ των Ηνωμένων Πολιτειών παρά της ισπανικής αποικιοκρατικής δύναμης.
Η γειτνίαση με τις ΗΠΑ επηρέασε ιδιαίτερα την ιστορική πορεία της Κούβας. Συχνά πολιτικοί από τις νότιες πολιτείες των ΗΠΑ σχεδίαζαν κατά τον 19ο αιώνα την προσάρτηση της Κούβας ως μέσο ενίσχυσης των δυνάμεων στις ΗΠΑ που υποστήριζαν τον θεσμό της δουλείας, καθώς και στην Κούβα υπήρχαν ορισμένοι κύκλοι που υποστήριζαν αυτή την πολιτική. Το 1848 μία εξέγερση με αυτό τον σκοπό καταπνίγηκε και έγιναν διάφορες απόπειρες προσάρτησης με εισβολή από τη Φλόριντα. Στις ΗΠΑ έγιναν επίσης διάφορες σκέψεις για να αγορά της Κούβας από την Ισπανία. Το καλοκαίρι του 1848 ο Αμερικανός πρόεδρος Τζέιμς Νοξ Πολκ εξουσιοδότησε σιωπηρά τον πρεσβευτή της χώρας στην Ισπανία να διαπραγματευτεί την αγορά της Κούβας προσφέροντας στην Ισπανία μέχρι 100 εκατομ. δολάρια, αστρονομικό ποσό την εποχή εκείνη. Όμως, η Ισπανία αρνήθηκε να παραχωρήσει μία από τις τελευταίες της κτήσεις στην αμερικανική ήπειρο.
Μετά τον Αμερικανικό Εμφύλιο Πόλεμο έπαψε να υπάρχει η απειλή της προσάρτησης η επιθυμία για ανεξαρτησία αναζωπυρώθηκε, οδηγώντας τελικά σε εξέγερση το 1868. Αυτό προκάλεσε μία μακρόχρονη σύγκρουση μεταξύ εκείνων που επεδίωκαν την ανεξαρτησία, από τη μια, και τους Ισπανούς και τους ντόπιους συμμάχους τους, από την άλλη, τον γνωστό Δεκαετή Πόλεμο. Στις ΗΠΑ, πολιτικοί κύκλοι ευνοούσαν την ανεξαρτησία και κάποια ανεπίσημη βοήθεια στάλθηκε, όμως η χώρα αρνήθηκε να επέμβει επίσημα. Η σύγκρουση τερματίστηκε το 1878 με τη Συνθήκη του Σανχόν, με την οποία η Ισπανία υποσχέθηκε περισσότερη αυτονομία.
Η χώρα εξαντλήθηκε από τη μακρόχρονη σύγκρουση και η επιθυμία για ανεξαρτησία εξανεμίστηκε προσωρινά. Υπήρχε επίσης έντονος φόβος ότι αν αποχωρούσαν οι Ισπανοί ή αν συνεχιζόταν ο πόλεμος, οι ΗΠΑ θα επενέβαιναν και θα προσαρτούσαν το νησί. Εν μέρει λόγω πίεσης από τις ΗΠΑ, η δουλεία καταργήθηκε το 1886, παρόλο που η αφρικανικής καταγωγής μειονότητα παρέμεινε κοινωνικά και οικονομικά στο περιθώριο, παρά την πολιτική ισότητα που θεσπίστηκε το 1893. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η φτώχεια στην ύπαιθρο της Ισπανίας οδήγησε πολλούς σε μετανάστευση στην Κούβα.
Τη δεκαετία του 1890 η επιθυμία για ανεξαρτησία αναβίωσε, ενισχυόμενη από την απέχθεια για τους περιορισμούς που επέβαλε η Ισπανία στο εγχώριο εμπόριο και την εχθρότητα προς την καταπιεστική και αναποτελεσματική διακυβέρνηση της Ισπανίας στην Κούβα. Στις 15 Ιουλίου 1895 ξέσπασε επανάσταση και το κόμμα της ανεξαρτησίας, υπό την ηγεσία του Τομάς Εστράδα Πάλμα και του ποιητή Χοσέ Μαρτί, ανακήρυξε την Κούβα ανεξάρτητη δημοκρατία. Οι αριθμοί αυτοί επιβεβαιώθηκαν τόσο από τον Ερυθρό Σταυρό όσο και από τον Αμερικανό γερουσιαστή και πρώην Υπουργό Άμυνας Ρέντφιλντ Πρόκτορ. Ακολούθησαν διαμαρτυρίες από τις ΗΠΑ και χώρες της Ευρώπης. Ο Μαρτί σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια των αναταραχών, ενώ υπολογίζεται ότι εκείνη την περίοδο 200.000 με 400.000 Κουβανοί έχασαν τη ζωή τους από ασιτία και αρρώστιες. Οι ισπανικές δυνάμεις ανταποκρίθηκαν με εκστρατεία καταστολής, απομονώνοντας τον αγροτικό πληθυσμό σε – όπως περιέγραψαν διεθνείς παρατηρητές – "οχυρωμένες πόλεις".
Το 1897, φοβούμενη επέμβαση από τις ΗΠΑ, η Ισπανία άλλαξε πολιτική και υποσχέθηκε τοπική διοίκηση με εκλεγμένη βουλή. Οι επαναστάτες απέρριψαν την προσφορά και ο πόλεμος για ανεξαρτησία συνεχίστηκε. Στις 15 Φεβρουαρίου 1898, το αμερικανικό πολεμικό πλοίο Μέιν βυθίστηκε μυστηριωδώς στο λιμάνι της Αβάνας και σκοτώθηκαν 266 άντρες. Οι δυνάμεις στις ΗΠΑ που επιθυμούσαν επέμβαση στην Κούβα βρήκαν την αφορμή και κατηγόρησαν την Ισπανία για τη βύθιση του, παρόλο που η Ισπανία δεν είχε κανένα κίνητρο να πράξει κάτι τέτοιο και ουδέποτε βρέθηκαν στοιχεία που να την ενοχοποιούν. Παρόλα αυτά, το αμερικανικό Κονγκρέσο ψήφισε απόφαση με την οποία καλούσε για επέμβαση και ο πρόεδρος Ουίλλιαμ ΜακΚίνλεϊ συμφώνησε αμέσως. Ακολούθησε ο Ισπανο-Αμερικανικός Πόλεμος, κατά τον οποίο οι δυνάμεις των ΗΠΑ αποβιβάστηκαν στην Κούβα τον Ιούνιο του 1898 και γρήγορα έκαμψαν την ισπανική αντίσταση. Τον Αύγουστο υπογράφηκε συμφωνία ειρήνης, βάσει της οποίας οι Ισπανοί έπρεπε να εγκαταλείψουν την Κούβα. Κάποιοι στις ΗΠΑ υποστήριξαν την ανεξαρτησία της Κούβας, ενώ άλλοι υποστήριξαν την άμεση προσάρτηση. Ως συμβιβαστική λύση, η διοίκηση ΜακΚίνλεϊ έθεσε την Κούβα υπό εικοσαετή κηδεμονία των ΗΠΑ. Το κίνημα για ανεξαρτησία της Κούβας αντιτέθηκε έντονα σε αυτή τη διευθέτηση, όμως δεν υπήρξε κάποια μορφή ένοπλης αντίστασης, όπως είχε συμβεί σε αντίστοιχη περίπτωση στις Φιλιππίνες.
Ο Θίοντορ Ρούζβελτ, ο οποίος είχε πολεμήσει στον Ισπανο-Αμερικανικό Πόλεμο και είχε φιλική στάση έναντι στο κίνημα ανεξαρτησίας, διαδέχθηκε τον ΜακΚίνλεϊ ως πρόεδρος των ΗΠΑ το 1901 και εγκατέλειψε την πρόταση για εικοσαετή κηδεμονία. Αντ’ αυτού, η Δημοκρατία της Κούβας κέρδισε επίσημα την ανεξαρτησία της στις 20 Μαΐου 1902, και ο ηγέτης της ανεξαρτησίας Τομάς Εστράδα Πάλμα έγινε ο πρώτος πρόεδρος της χώρας. Σύμφωνα με το νέο κουβανικό σύνταγμα, όμως, οι ΗΠΑ διατηρούσαν το δικαίωμα επέμβασης στις υποθέσεις της Κούβας και επίβλεψης των οικονομικών του νησιού και των εξωτερικών υποθέσεων. Σύμφωνα με την Τροποποίηση Πλατ, η Κούβα συμφώνησε επίσης να ενοικιάσει στις ΗΠΑ τη ναυτική βάση στο Γκουαντάναμο.
Η ανεξάρτητη Κούβα συνάντησε γρήγορα δυσκολίες, ως αποτέλεσμα διαμάχης και διαφθοράς μεταξύ των μελών της μικρής ελίτ μορφωμένων και της αποτυχίας της κυβέρνησης να αντιμετωπίσει τα βαθιά κοινωνικά προβλήματα που άφησαν πίσω τους οι Ισπανοί. Το 1906, μετά από εκλογές που αμφισβητήθηκαν για τη διαδοχή του Εστράδα Πάλμα, ξέσπασε ένοπλη εξέγερση και οι ΗΠΑ άσκησαν το δικαίωμα επέμβασης. Η χώρα τέθηκε υπό αμερικανική κατοχή και ανέλαβε Αμερικανός κυβερνήτης για τρία χρόνια. Το 1908 επανήλθε η αυτό-κυβέρνηση με την εκλογή του Χοσέ Μιγκέλ Γκόμεζ ως προέδρου, αλλά οι ΗΠΑ διατήρησαν την επίβλεψή τους στις κουβανικές υποθέσεις. Παρά τις συχνές ταραχές, η συνταγματική κυβέρνηση έμεινε μέχρι το 1925, όταν ο Χεράρδο Ματσάδο ι Μοράλες, αφού εκλέγηκε πρόεδρος, κατάργησε το σύνταγμα.
Ο Ματσάδο ήταν Κουβανός εθνικιστής και το καθεστώς του είχε αρκετή λαϊκή υποστήριξη, παρά το ότι επικρίθηκε έντονα. Κατά την διακυβέρνησή του, οι Κουβανοί απέκτησαν καλύτερο έλεγχο της οικονομίας τους και έγιναν κάποια σημαντικά αναπτυξιακά έργα. Ο Ματσάδο αποδυναμώθηκε από την παγκόσμια ύφεση της οικονομίας, η οποία οδήγησε σε κατρακύλα τις τιμές των εξαγώγιμων αγροτικών προϊόντων της Κούβας και προκάλεσε μεγάλη φτώχεια. Τον Αύγουστο του 1933 μέλη του κουβανικού στρατού έκαναν πραξικόπημα με το οποίο καθαίρεσαν τον Ματσάδο και έβαλαν πρόεδρο τον Κάρλος Μανουέλ ντε Σέσπεδες (του οποίου ο πατέρας ήταν πρωτεργάτης του Δεκαετούς Πολέμου της ανεξαρτησίας). Όμως τον Σεπτέμβριο, δεύτερο πραξικόπημα από τον Λοχία Φουλχένσιο Μπατίστα έριξε τον Σέσπεδες και πρόεδρος μπήκε ο Ραμόν Γκράου Σαν Μαρτίν. Η κυβέρνηση του τελευταίου κράτησε μόλις 100 μέρες, όμως ενεργοποίησε ριζοσπαστικές αλλαγές στην κουβανική κοινωνία και απόρριψη της Τροποποίησης Πλατ.
Το 1934 ο Μπατίστα και ο στρατός, ο οποίος ήταν η πραγματική εξουσία στην Κούβα, αντικατέστησαν τον Γκράου με τον Κάρλος Μεντιέτα ι Μοντεφούρ. Το 1940 ο Μπατίστα αποφάσισε να διεκδικήσει ο ίδιος την προεδρία. Ο ηγέτης των συνταγματικών φιλελευθέρων Ραμόν Γκράου Σαν Μαρτίν αρνήθηκε να τον υποστηρίξει και στράφηκε στο Κομμουνιστικό Κόμμα, το οποίο τη δεκαετία του 1930 είχε αναπτυχθεί σε μέγεθος και επιρροή.
Με τη στήριξη των συντεχνιών, οι οποίες ελέγχονταν από τους κομουνιστές, ο Μπατίστα κατάφερε να εκλεγεί πρόεδρος και η κυβέρνησή του έκανε σημαντικές κοινωνικές μεταρρυθμίσεις και εισήγαγε ένα νέο προοδευτικό σύνταγμα. Σε αρκετά μέλη του Κομμουνιστικού Κόμματος δόθηκαν αξιώματα. Η κυβέρνηση του Μπατίστα έβαλε επίσημα την Κούβα στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό των ΗΠΑ, κηρύσσοντας πόλεμο κατά της Ιαπωνίας στις 9 Δεκεμβρίου 1941 και έπειτα κατά της Γερμανίας και Ιταλίας στις 11 Δεκεμβρίου 1941. Παρ’ όλα αυτά, η Κούβα δεν είχε ουσιαστική στρατιωτική συμμετοχή στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Το 1944 επανήλθε στην προεδρία της χώρας – με εκλογές – ο Ραμόν Γκράου Σαν Μαρτίν, ο οποίος αύξησε τις δημόσιες δαπάνες για υγεία, εκπαίδευση και στέγαση. Όμως οι φιλελεύθεροι του Γκράου Σαν Μαρτίν ήταν εχθροί των κομμουνιστών και ο Μπατίστα αντιτέθηκε στα περισσότερα προγράμματά του.
Τον Γκράου Σαν Μαρτίν διαδέχθηκε το 1948 ο Κάρλος Πρίο Σοκαρράς, ο οποίος είχε διατελέσει Υπουργός Εργασίας επί Γκράου και τον οποίο μισούσαν οι κομμουνιστές. Επί προεδρίας του η διαφθορά αυξήθηκε, εν μέρει ως αποτέλεσμα της μεταπολεμικής ανάκαμψης του αμερικανικού πλούτου και την επακόλουθη εισροή χρημάτων τζόγου στην Αβάνα, η οποία έγινε κέντρο επιχειρήσεων της Μαφίας. Παρ’ όλα αυτά, ο Πρίο Σοκαρράς έφερε κάποιες σημαντικές μεταρρυθμίσεις, όπως την ίδρυση της Εθνικής Τράπεζας και τη σταθεροποίηση του κουβανικού νομίσματος. Η εισροή βορειοαμερικανικού χρήματος επέφερε σημαντική άνοδο στο βιοτικό επίπεδο, όμως διεύρυνε κατά πολύ το χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών.
Οι εκλογές του 1952 είχαν τρεις υποψηφίους. Ο Ροβέρτο Αγραμόντε του Κόμματος των Ορθοδόξων ήταν πρώτος σε όλες τις δημοσκοπήσεις, ακολουθούμενος από τον Αουρέλιο Έβια του Αυθεντικού Κόμματος, ενώ πολύ πιο πίσω ήταν ο Μπατίστα, ο οποίος επεδίωκε να επιστρέψει στην προεδρία. Όταν κατέστη εμφανές ότι ο Μπατίστα δεν είχε καμιά πιθανότητα να κερδίσει τις εκλογές, έκανε πραξικόπημα στις 10 Μαρτίου 1952 και έμεινε στην εξουσία με τη στήριξη του εθνικιστικού τμήματος του στρατού, ως "μεταβατικός πρόεδρος" για τα επόμενα δύο χρόνια. Το 1954, κατόπιν πιέσεων από τις ΗΠΑ, συμφώνησε να γίνουν εκλογές. Το Αυθεντικό Κόμμα έθεσε τον πρώην πρόεδρο Γκράου ως υποψήφιό του, αλλά εκείνος απέσυρε την υποψηφιότητά του λόγω σοβαρών υποψιών ότι ο Μπατίστα επιχειρούσε να αλλοιώσει το αποτέλεσμα των εκλογών εκ των προτέρων. Ο Μπατίστα μπορούσε πλέον να ισχυριστεί ότι ήταν εκλεγμένος πρόεδρος. Το καθεστώς του σημαδεύτηκε από μεγάλη διαφθορά και φτώχεια. Η αστυνομία του Μπατίστα ήταν γνωστή για τη σκληρή της τακτική και τη βία που ασκούσε έναντι στους πολίτες.
Το 1956 μια ομάδα ανταρτών, αποτελούμενη κυρίως από νεαρούς ιδεολόγους σοσιαλιστές, περιλαμβανομένου του Φιδέλ Κάστρο, αποβιβάστηκε από μια βάρκα ερχόμενη από το Μεξικό και επιχείρησε να ξεκινήσει κίνημα ένοπλης αντίστασης στα βουνά της Σιέρρα Μαέστρα (ο Κάστρο είχε πάει στο Μεξικό μετά που αφέθηκε ελεύθερος από τη φυλακή, όπου εξέτιε ποινή για τη συμμετοχή του στην επίθεση στο Στρατόπεδο Μονκάδα στο Σαντιάγο ντε Κούβα). Οι δυνάμεις του Μπατίστα σκότωσαν τους περισσότερους αντάρτες, αλλά αρκετοί επέζησαν και συνέχισαν μικρό αντάρτικο στα βουνά. Σε απάντηση, ο Μπατίστα έκανε το λάθος να εξαπολύσει εκστρατεία κατάπνιξης της αντιπολίτευσης, το οποίο είχε ως αποτέλεσμα να αυξηθεί η στήριξη του κόσμου στους αντάρτες.
Κατά τα έτη 1957 και 1958 η αντίσταση κατά του Μπατίστα αυξήθηκε, στη μεσαία τάξη, στους φοιτητές, στην Καθολική Εκκλησία και στις αγροτικές περιοχές. Οι Ηνωμένες Πολιτείες επέβαλαν εμπάργκο όπλων στην κουβανική κυβέρνηση στις 14 Μαρτίου 1958. Οι συντεχνίες στις πόλεις, όμως, ήταν υπό τον έλεγχο της μαφίας, οι οποία υποστήριζε σθεναρά το καθεστώς του Μπατίστα, και όλες οι προσπάθειες για οργάνωση γενικής απεργίας απέτυχαν. Μέχρι το τέλος του 1958 οι αντάρτες κατάφεραν να βγουν από τη Σιέρρα Μαέστρα και να προκαλέσουν γενική εξέγερση, με τη στήριξη εκατοντάδων φοιτητών και άλλων πολιτών που ξέφυγαν από την καταπίεση του Μπατίστα στις πόλεις. Όταν οι αντάρτες κατέλαβαν τη Σάντα Κλάρα, ανατολικά της Αβάνας, ο Μπατίστα έκρινε ότι η μάχη ήταν μάταιη και έφυγε από τη χώρα για να καταφύγει στην Πορτογαλία και αργότερα στην Ισπανία. Οι δυνάμεις του Κάστρο μπήκαν στην πρωτεύουσα την 1η Ιανουαρίου 1959.
Ο Φιδέλ Κάστρο έγινε πρωθυπουργός της Κούβας τον Φεβρουάριο του 1959, και κράτησε την εξουσία μέχρι που την παρέδωσε προσωρινά στον αδελφό του Ραούλ Κάστρο τον Ιούλιο του 2006. Μέχρι τις αρχές του 2007 είναι ο μακροβιότερος ζων ηγέτης χώρας. Αρχικά ο Κάστρο ήταν συνταγματικός φιλελεύθερος και εθνικιστής, αν και ριζοσπάστης εθνικιστής, και η νίκη του καλωσορίστηκε τόσο στην Κούβα όσο και στις ΗΠΑ, παρόλο που η συνοπτική εκτέλεση 500 αστυνομικών και άλλων που κατηγορήθηκαν ότι ήταν πράκτορες του καθεστώτος Μπατίστα προκάλεσε άμεσα ανησυχία. Κατά τη διάρκεια του 1959 η κυβέρνηση Κάστρο πήρε δημοφιλή μέτρα, όπως η ανακατανομή της γης, η κρατικοποίηση οργανισμών κοινής ωφελείας και ο αδίστακτος πόλεμος κατά της διαφθοράς, συμπεριλαμβανομένων του κλεισίματος της βιομηχανίας τζόγου και της εκδίωξης των Αμερικανών μαφιόζων.
Για όσους ήταν εκτός, παρέμενε άγνωστη η μεγάλη επιρροή που ασκούσε στην κυβέρνηση Κάστρο ο Ερνέστο Τσε Γκεβάρα, Αργεντινός μαρξιστής και ένας από τους στενότερους συμβούλους του Κάστρο. Ο Γκεβάρα συνασπίστηκε με τον αδελφό του Κάστρο, τον Ραούλ, και έπεισαν τον Φιδέλ Κάστρο να συμμαχήσει με τους κομμουνιστές και κατά συνέπεια και με τη Σοβιετική Ένωση. Ο Γκεβάρα έπαιξε επίσης καταλυτικό ρόλο στο να πείσει τον Κουβανό κομμουνιστή ηγέτη Μπλας Ρόκα Καλδερίο να συνεργαστεί με τον Κάστρο στην επαναστατική κυβέρνηση. Ο Ρόκα πείστηκε και πληροφόρησε τη Σοβιετική Ένωση για τη δυνατότητα συμμαχίας με τον Κάστρο. Οι Σοβιετικοί άρπαξαν αμέσως την ευκαιρία να αποκτήσουν πολιτική ισχύ στην αμερικανική ήπειρο και υποσχέθηκαν απεριόριστη βοήθεια και στήριξη.
Εν τω μεταξύ, η στάση των ΗΠΑ έναντι στην κουβανική επανάσταση άλλαξε ριζικά. Ενώ η κυβέρνηση του Αϊζενχάουερ αρχικά καλωσόρισε την πτώση του Μπατίστα, η κρατικοποίηση εταιρειών που ανήκαν σε βορειοαμερικανούς (με εκτιμημένη αξία 1 δισ. δολάρια ΗΠΑ) και η εκδίωξη πολλών συντηρητικών με ισχυρούς φίλους στις ΗΠΑ δημιούργησαν εχθρότητα και οι Κουβανοί εξόριστοι έγιναν γρήγορα μια ισχυρή ομάδα λόμπι στις ΗΠΑ, ισχύ την οποία διατηρούν μέχρι σήμερα. Παρόλο που ο ίδιος ο Κάστρο δεν θεωρήθηκε κομμουνιστής, οι ΗΠΑ ήταν ενήμερες για τον ρόλο του Τσε Γκεβάρα και την αναθέρμανση των σχέσεων ανάμεσα στον Κάστρο και τους Κουβανούς κομμουνιστές. Έτσι, οι ΗΠΑ έγιναν πολύ εχθρικές έναντι του Κάστρο κατά το 1959. Αυτό με τη σειρά του, ώθησε τον Κάστρο να απομακρυνθεί από οποιαδήποτε φιλελεύθερα στοιχεία που υπήρχαν στο επαναστατικό του κίνημα και να στραφεί προς τους κομμουνιστές.

Τον Οκτώβριο του 1959 ο Κάστρο δήλωσε ότι επρόσκειτο φιλικά προς τους κομμουνιστές, παρόλο που ο ίδιος δεν ήταν ακόμη κομμουνιστής, και τα φιλελεύθερα και αντι-κομμουνιστικά στοιχεία της κυβέρνησης διώχθηκαν, με πολλούς αρχικούς υποστηρικτές να φεύγουν από τη χώρα και να ενώνονται με την εξόριστη κοινότητα στο Μαϊάμι. Τον Μάρτιο του 1960 οι πρώτες συμφωνίες βοήθειας υπογράφηκαν με τη Σοβιετική Ένωση. Με φόντο τον Ψυχρό Πόλεμο, οι ΗΠΑ θεώρησαν ανεπίτρεπτη την επιρροή των Σοβιετικών στην αμερικανική ήπειρο και εγκρίθηκαν σχέδια για απομάκρυνση του Κάστρο από την εξουσία. Στα τέλη της δεκαετίας του 1960 επιβλήθηκε εμπορικό εμπάργκο στην Κούβα, κάτι που ώθησε ακόμη περισσότερο τον Κάστρο στη Σοβιετική συμμαχία. Την ίδια ώρα, η αμερικανική κυβέρνηση εξουσιοδότησε σχέδια για εισβολή στην Κούβα από εξόριστους που είχαν ως βάση τη Φλόριντα με ταυτόχρονο εσωτερικό ξεσηκωμό εναντίον του Κάστρο. Αποτέλεσμα αυτού ήταν η Εισβολή στον Κόλπο των Χοίρων τον Απρίλιο του 1961: η εξέγερση δεν έγινε ποτέ, ενώ οι εισβολείς διώχθηκαν. Αυτό έκανε τον Κάστρο να ανακηρύξει τον Μάιο του 1961 την Κούβα σοσιαλιστική δημοκρατία και τον εαυτό του Μαρξιστή-Λενινιστή.
Ένα άμεσο στρατηγικό αποτέλεσμα της κουβανοσοβιετικής συμμαχίας ήταν η απόφαση για τοποθέτηση σοβιετικών πυραύλων μέσου βεληνεκούς στην Κούβα, η οποία οδήγησε στην κρίση των πυραύλων της Κούβας το 1962, κατά την οποία ο Αμερικανός πρόεδρος Τζον Κένεντι απείλησε τη Σοβιετική Ένωση με πυρηνικό πόλεμο αν δεν αποσύρονταν οι πύραυλοι. Ο Κάστρο προέτρεψε τους Σοβιετικούς να τηρήσουν επιθετική στάση, αλλά εκείνοι τελικά υποχώρησαν. Αυτό είχε ως συνέπεια την αποκατάσταση της επικοινωνίας μεταξύ των ΗΠΑ και του Κάστρο, με αποτέλεσμα τη συμφωνία να αφεθούν ελεύθεροι αντικαθεστωτικοί που συνελήφθησαν στον Κόλπο των Χοίρων, με αντάλλαγμα πακέτο βοήθειας. Όμως το 1963 οι σχέσεις των δύο χειροτέρεψαν πάλι, όταν ο Κάστρο έκανε την Κούβα πλήρως κομουνιστική, βασιζόμενος στο σοβιετικό μοντέλο. Οι ΗΠΑ επέβαλαν πλήρες διπλωματικό και εμπορικό εμπάργκο στην Κούβα. Εκείνη την εποχή η επιρροή των ΗΠΑ στη Λατινική Αμερική ήταν αρκετά ισχυρή και έτσι το εμπάργκο ήταν πολύ αποτελεσματικό. Η Κούβα αναγκάστηκε να διεξάγει σχεδόν όλο της το εμπόριο με τη Σοβιετική Ένωση και τους συμμάχους της.
Το 1965 ο Κάστρο συγχώνευσε τις επαναστατικές του οργανώσεις με το Κομουνιστικό Κόμμα, του οποίου έγινε Πρώτος Γραμματέας, με τον Μπλας Ρόκα Δεύτερο Γραμματέα - τον οποίο αργότερα διαδέχθηκε ο Ραούλ Κάστρο, ο οποίος, ως Υπουργός Άμυνας και το πιο έμπιστο άτομο του Φιδέλ, έγινε και παραμένει ο δεύτερος πιο ισχυρός άνθρωπος στην κυβέρνηση. Η θέση του Ραούλ Κάστρο ενισχύθηκε όταν έφυγε ο Τσε Γκεβάρα για εκστρατείες για οργάνωση επαναστατικών κινημάτων στο Κονγκό και αργότερα στη Βολιβία, όπου και σκοτώθηκε το 1967. Ο Οσβάλντο Ντορτικός Τορράδο, πρόεδρος της Κούβας από το 1959 μέχρι το 1976, ήταν ηγέτης μόνο κατ' όνομα, χωρίς καμιά εξουσία. Ο Κάστρο εισήγαγε καινούργιο σύνταγμα το 1976 σύμφωνα με το οποίο πρόεδρος έγινε ο ίδιος, παραμένοντας ταυτόχρονα και πρόεδρος του Υπουργικού Συμβουλίου.
Τη δεκαετία του 1970 ο Κάστρο κινήθηκε στη διεθνή σκηνή ως εκπρόσωπος των "αντι-ιμπεριαλιστικών" κυβερνήσεων του Τρίτου Κόσμου. Πιο συγκεκριμένα, παρείχε ανεκτίμητη στρατιωτική βοήθεια σε φιλοσοβιετικές δυνάμεις στην Ανγκόλα, την Αιθιοπία, την Υεμένη και άλλες αφρικανικές και μεσανατολικές χώρες. Οι κουβανικές δυνάμεις έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη νίκη των δυνάμεων του Λαϊκού Κινήματος για την Απελευθέρωση της Ανγκόλας στον εμφύλιο πόλεμο της χώρας το 1975. Παρόλο που ήταν οι Σοβιετικοί που πλήρωναν τα έξοδα για αυτή τη δύναμη στρατού, η παρουσία της στην Ανγκόλα ήταν αισθητή στην οικονομία και το ανθρώπινο δυναμικό της Κούβας. Αρνητική ήταν επίσης η συνεχής εξάρτηση της Κούβας από τις εξαγωγές ζάχαρης. Οι Σοβιετικοί αναγκάζονταν να παρέχουν πρόσθετη οικονομική βοήθεια αγοράζοντας όλη την παραγωγή ζάχαρης της Κούβας, παρόλο που η Σοβιετική Ένωση παρήγαγε αρκετό ζαχαροκάλαμο για τις εγχώριες ανάγκες. Σε αντάλλαγμα, οι Σοβιετικοί παρείχαν στην Κούβα όλο το πετρέλαιο που χρειαζόταν, αφού δεν μπορούσε να το εισαγάγει από πουθενά αλλού.
Η οικονομική εξάρτηση της Κούβας από τη Σοβιετική Ένωση ενισχύθηκε πολύ από την αποφασιστικότητα του Κάστρο να κτίσει το όραμά του για μια σοσιαλιστική κοινωνία στην Κούβα. Αυτό προϋπόθετε τη δωρεάν παροχή υγείας και εκπαίδευσης για όλους τους πολίτες. Τις δεκαετίες του 1970 και 1980 οι Σοβιετικοί ήταν πρόθυμοι να επιχορηγήσουν όλα αυτά με αντάλλαγμα έναν στρατηγικό σύμμαχο κάτω από τη μύτη των ΗΠΑ και την αδιαμφισβήτητη προπαγανδιστική αξία που είχε το γόητρο του Κάστρο στον αναπτυσσόμενο κόσμο.
Μέσα στη δεκαετία του 1970 η ικανότητα των ΗΠΑ να κρατούν απομονωμένη την Κούβα είχε αρχίσει να παίρνει την κατιούσα. Η Κούβα αποβλήθηκε από τον Οργανισμό Αμερικανικών Κρατών το 1962 και για μια δεκαετία ο Οργανισμός ακολούθησε το εμπάργκο, όμως το 1975 ο ΟΑΚ ήρε όλες τις κυρώσεις εναντίον της Κούβας και τόσο το Μεξικό όσο και ο Καναδάς ανέπτυξαν στενότερες σχέσεις με την Κούβα, παρακούοντας τις εκκλήσεις των ΗΠΑ. Και οι δύο χώρες δήλωσαν ότι ήλπιζαν να προωθήσουν, μέσω της συνέχισης των εμπορικών, πολιτισμικών και διπλωματικών επαφών, τη φιλελευθεροποίηση της Κούβας - σε αυτό όμως απογοητεύτηκαν, καθώς δεν υπήρξε οποιαδήποτε ορατή μείωση της καταπίεσης της αντιπολίτευσης. Ο Κάστρο έπαψε να υποστηρίζει ανοικτά αντάρτικα κινήματα σε χώρες της Λατινικής Αμερικής, αν και φιλο-καστρικές ομάδες συνέχισαν να πολεμούν τις στρατιωτικές δικτατορίες που τότε κυβερνούσαν τις περισσότερες λατινοαμερικανικές χώρες.
Η κοινότητα των Κουβανών εξόριστων στις ΗΠΑ μεγάλωσε σε αριθμό, πλούτο και δύναμη και πολιτικοποιημένα στοιχεία της απέτρεψαν φιλελευθεροποίηση της πολιτικής των ΗΠΑ προς την Κούβα. Παρ' όλα αυτά, οι προσπάθειες των εξόριστων να δημιουργήσουν αντι-καστρικό κίνημα ή επανάσταση μέσα στην ίδια την Κούβα είχαν ελάχιστη επιτυχία. Την Κυριακή, 6 Απριλίου 1980, 7.000 Κουβανοί κατέλαβαν την Πρεσβεία του Περού στην Αβάνα ζητώντας πολιτικό άσυλο. Τη Δευτέρα, 7 Απριλίου, ο Φιδέλ Κάστρο έδωσε άδεια μετανάστευσης σε όσους Κουβανούς είχαν καταφύγει στην Πρεσβεία. Στις 16 Απριλίου 500 Κουβανοί πολίτες έφυγαν από την Πρεσβεία του Περού και πήγαν στην Κόστα Ρίκα. Στις 21 Απριλίου πολλοί άρχισαν να φτάνουν στο Μαϊάμι με ιδιωτικές βάρκες και τους σταμάτησε το αμερικανικό Υπουργείο Εξωτερικών στις 23 Απριλίου. Η μεταφορά με τις βάρκες συνεχίστηκε όμως, αφού ο Κάστρο επέτρεψε σε όποιον ήθελε να φύγει από τη χώρα να το πράξει μέσω του λιμανιού της Μαριέλ. Συνολικά πάνω από 125.000 Κουβανοί μετανάστευσαν στις Ηνωμένες Πολιτείες μέχρι που σταμάτησε η εισροή από βάρκες στις 15 Ιουνίου.
Η πτώση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991 ήταν για την Κούβα βαρύτατο οικονομικό πλήγμα. Οδήγησε σε ακόμη ένα ανεξέλεγκτο κύμα μετανάστευσης στις ΗΠΑ το 1994, αλλά σιγά σιγά μειώθηκε σε μόνο μερικές χιλιάδες τον χρόνο κατόπιν συμφωνίας των ΗΠΑ με την Κούβα. Αυξήθηκε ξανά την περίοδο 2004-2006, αν και με πολύ πιο αργό ρυθμό. Η δημοτικότητα του Κάστρο δοκιμάστηκε σκληρά μετά τη Σοβιετική κατάρρευση, η οποία οδήγησε σε διακοπή της βοήθειας, απώλεια μια εγγυημένης αγοράς για την κουβανική ζάχαρη και απώλεια μιας πηγής για φτηνό εισαγόμενο πετρέλαιο. Προκάλεσε επίσης, όπως σε όλες τις κομουνιστικές χώρες, κρίση εμπιστοσύνης σε όσους πίστευαν ότι η Σοβιετική Ένωση έκτιζε με επιτυχία το σοσιαλιστικό μοντέλο που έπρεπε να ακολουθήσουν και οι άλλες χώρες. Στην Κούβα όμως όλα αυτά δεν έπεισαν το Κομουνιστικό Κόμμα ότι ήταν καιρός να παραδοθεί οικειοθελώς η εξουσία.
Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1990 η κατάσταση στη χώρα είχε σταθεροποιηθεί. Μέχρι τότε η Κούβα είχε φυσιολογικές - λίγο ή πολύ - οικονομικές σχέσεις με τις περισσότερες λατινοαμερικανικές χώρες και είχε βελτιώσει τις σχέσεις της με την Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία άρχισε να παρέχει βοήθεια και δάνεια στο νησί. Η Κίνα εμφανίστηκε επίσης στο προσκήνιο ως νέα πηγή βοήθειας και στήριξης, παρόλο που η Κούβα τάχθηκε στο πλευρό των Σοβιετικών κατά το Σινο-Σοβιετικό Σχίσμα τη δεκαετία του 1960. Η Κούβα βρήκε επίσης καινούργιους συμμάχους στον πρόεδρο Ούγο Τσάβες της Βενεζουέλας και τον πρόεδρο Έβο Μοράλες της Βολιβίας, χώρες με σημαντική εξαγωγή πετρελαίου και αερίου.
Στις 31 Ιουλίου 2006 ο Φιδέλ Κάστρο παρέδωσε τα καθήκοντά του ως Πρόεδρος του Κρατικού Συμβουλίου, Πρόεδρος του Υπουργικού Συμβουλίου, Πρώτος Γραμματέας του Κουβανικού Κομουνιστικού Κόμματος και Αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων στον αδελφό του και Πρώτο Αντιπρόεδρο, Ραούλ Κάστρο. Αυτή η μεταφορά καθηκόντων χαρακτηρίστηκε ως προσωρινή, ενώ ο Φιδέλ αναρρώνει από εγχείριση στην οποία υποβλήθηκε μετά από συνεχή αιμορραγία του εντέρου. Ο Φιδέλ Κάστρο ήταν πολύ άρρωστος για να παραστεί στους εορτασμούς για την 50ή επέτειο της αποβίβασης από τη βάρκα Γκράνμα στις 2 Δεκεμβρίου 2006, όπου θα γίνονταν - με καθυστέρηση - και οι εορτασμοί για τα ογδοντάχρονα του ιδίου, και τις τελετές διηύθυνε ο Ραούλ Κάστρο. Η μη εμφάνισή του προκάλεσε υποψίες-φήμες ότι ο Κάστρο βρίσκεται στα τελευταία στάδια καρκίνου του στομάχου και αρνείται τη θεραπεία, αν και οι Κουβανοί επίσημοι αρνούνται ότι ο Κάστρο υποφέρει από ανίατη ασθένεια
Έπειτα από την παραίτηση του Φιδέλ και την επίσημη ανάληψη της προεδρίας από τον αδερφό του Ραούλ, έγιναν διάφορες μεταρρυθμίσεις στη χώρα.
To Μάρτιο του 2008 ο Πρόεδρος Ραούλ Κάστρο ανακοίνωσε ότι αίρει ορισμένους από τους περιορισμούς που είχε επιβάλει ο αδελφός του Φιδέλ στις ξενόφερτες πολυτέλειες, σε μια προσπάθεια να διαφυλάξει την οικονομική ισότητα στην κομμουνιστική χώρα. Ως αποτέλεσμα αυτού, χιλιάδες Κουβανοί έσπευσαν να αποκτήσουν για πρώτη φορά νόμιμα κινητά τηλέφωνα και άλλες ηλεκτρονικές συσκευές.
Πολύ σημαντικό στοιχείο στην κουλτούρα της Κούβας είναι το γεγονός ότι είχε επιδράσεις από διάφορους πολιτισμούς, κυρίως από την Ισπανία και την Αφρική.
Λόγω ιστορικών δεσμών με τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι Κουβανοί ασχολούνται περισσότερο με αθλήματα που είναι δημοφιλή στη Βόρεια Αμερική, παρά με αθλήματα που θεωρούνται παραδοσιακά στην υπόλοιπη Λατινική Αμερική. Το μπέιζμπολ είναι με διαφορά το πιο δημοφιλές. Άλλα αθλήματα στην Κούβα είναι το μπάσκετ, το βόλεϊ και ο στίβος. Η Κούβα έχει μεγάλες διακρίσεις στο ερασιτεχνικό μποξ, όπου παίρνει πολύ συχνά χρυσά μετάλλια σε διεθνείς αγώνες.
Η μουσική παράδοση της Κούβας είναι πολύ πλούσια και η πιο γνωστή πτυχή της κουλτούρας της. Το βασικό είδος αυτής της μουσικής είναι το σον, το οποίο αποτέλεσε τη βάση για άλλες μουσικές φόρμες όπως τη σάλσα, τη ρούμπα και το μάμπο, καθώς και το πιο αργό τσα-τσα-τσα. Η ρούμπα προέρχεται από την πρώιμη αφρο-κουβανική κουλτούρα. Το τρες είναι επίσης ρυθμός που επινοήθηκε στην Κούβα, αλλά πολλά παραδοσιακά κουβανέζικα μουσικά όργανα είναι αφρικανικής και/ή ταϊνο προέλευσης, όπως μαράκες, γκουίρο, μαρίμπα και διάφορα ξύλινα κρουστά περιλαμβανομένου του μαγιοουακάν. Η παραδοσιακή μουσική της Κούβας όλων των ειδών χαίρει μεγάλης εκτίμησης σε όλο τον κόσμο. Η κουβανέζικη κλασική μουσική, η οποία περιλαμβάνει μουσική με έντονες αφρικανικές και ευρωπαϊκές επιδράσεις, και έχει να παρουσιάσει τόσο συμφωνικά έργα όσο και μουσική για σόλο, έχει επίσης διεθνή απήχηση χάρη σε συνθέτες όπως τον Ερνέστο Λεκουόνα.
Η Κούβα αποτελεί πατρίδα σημαντικών προσωπικοτήτων στον χώρο, όπως η Σέλια Κρους και η ανακυρηγμένη ως εθνική ηρωίδα Αλίσια Αλόνσο, ιδρύτρια και διευθύντρια του Εθνικού Μπαλέτου της Κούβας.
Στην Κούβα άρχισε να διαμορφώνεται ένα ξεχωριστό λογοτεχνικό ύφος από τις αρχές του 19ου αιώνα. Αρχικά, τα θέματα της ανεξαρτησίας και της ελευθερίας ήταν κυρίαρχα στον Χοσέ Μαρτί, ο οποίος ήταν σημαντικό πρόσωπο στο μοντερνιστικό κίνημα της κουβανικής λογοτεχνίας. Συγγραφείς όπως ο Νικολάς Γκιγέν και ο Χοσέ Σ. Ταγέτ επικεντρώθηκαν στη λογοτεχνία ως κοινωνική διαμαρτυρία. Η ποίηση και η πεζογραφία του Χοσέ Λεσάμα Λίμα ήταν επίσης σημαντική. Συγγραφείς όπως ο Ρεϊνάλντο Αρένας, Γκιγέρμο Καμπρέρα Ινφάντε, Πέδρο Χουάν Γκουτιέρρες, Λεονάρδο Παδούρα Φουέντες και Ρονάλντο Μενέντες κέρδισαν διεθνή αναγνώριση στη μετα-επαναστατική εποχή, αν και πολλοί συγγραφείς ένιωσαν την ανάγκη να συνεχίσουν το έργο τους στην εξορία λόγω της λογοκρισίας από τις κουβανικές αρχές. Επίσης ο Αλέχο Καρπεντιέρ από τους σημαντικότερους μυθιστοριογράφους αποτελεί και έναν από τους πρώτους εκπροσώπους του ονομαζόμενου μαγικού ρεαλισμού.
Αξιοσημείωτα είναι και τα έργα σημαντικών μη Κουβανών λογοτεχνών σχετικά με την χώρα, όπως του Στέφεν Κρέιν και του Έρνεστ Χέμινγουεϊ.
Η τοπική αποτελεί συγχώνευση της κουζίνας της Ισπανίας και της Καραϊβικής. Οι κουβανέζικες συνταγές έχουν μπαχαρικά και τεχνικές από την ισπανική κουζίνα, με κάποιες επιδράσεις από την Καραϊβική στα μπαχαρικά και τη γεύση. Ένα παραδοσιακό κουβανέζικο γεύμα δεν σερβίρεται σε πολλά πιάτα, αλλά όλα τα φαγητά σερβίρονται ταυτόχρονα. Ένα τυπικό γεύμα θα μπορούσε να περιλαμβάνει ένα είδος μπανάνας, μαύρα φασόλια με ρύζι, ρόπα βιέχα (μικρά κομματάκια βοδινό), κουβανέζικο ψωμί, χοιρινό με κρεμμύδια, και τροπικά φρούτα. Τα μαύρα φασόλια με ρύζι (τα οποία αποκαλούνται μόρος υ κριστιάνος - Μαυριτανοί και χριστιανοί - ή απλώς μόρος) και το πλάτανο (συγγενές της μπανάνας) είναι θεμελιώδη στην κουβανέζικη δίετα. Πολλά κρεατικά ψήνονται αργά με ελαφριές σάλτσες. Το σκόρδο, το κύμινο, η ρίγανη και η δάφνη είναι τα πιο συνηθισμένα μπαχαρικά.
Η Δημοκρατία της Κούβας ορίζεται από το σύνταγμα ως "σοσιαλιστικό κράτος βασισμένο στις αρχές του Χοσέ Μαρτί και τις πολιτικές ιδέες του Μαρξ, του Ένγκελς και του Λένιν". Το υφιστάμενο σύνταγμα καθορίζει επίσης τον ρόλο του Κομουνιστικού Κόμματος της Κούβας (PCC) ως "ηγετική δύναμη στην κοινωνία και το κράτος". Ο Πρώτος Γραμματέας του Κομουνιστικού Κόμματος, Φιδέλ Κάστρο, είναι επίσης Πρόεδρος του Κρατικού Συμβουλίου (πρόεδρος της χώρας) και Πρόεδρος του Υπουργικού Συμβουλίου.Τα μέλη στα δύο συμβούλια εκλέγονται από την Εθνική Συνέλευση της Λαϊκής Εξουσίας. Ο Πρόεδρος της Κούβας έχει πενταετή θητεία και δεν υπάρχει όριο στον αριθμό των θητειών. Ο Κάστρο είναι Πρόεδρος από το 1976 που υιοθετήθηκε το τρέχον σύνταγμα και αντικατέστησε τον Οσβάλντο Ντορτικός Τορράδο. Το Ανώτατο Δικαστήριο της Κούβας είναι το ανώτερο δικαστικό σώμα της χώρας. Είναι επίσης το τελευταίο καταφύγιο για προσφυγές από τα επαρχιακά δικαστήρια.
Το νομοθετικό σώμα, η Εθνική Συνέλευση της Λαϊκής Εξουσίας (Asamblea Nacional de Poder Popular) έχει 609 μέλη που υπηρετούν πενταετή θητεία. Οι υποψήφιοι για τη Συνέλευση εγκρίνονται με δημοψήφισμα. Όλοι οι Κουβανοί πολίτες άνω των δεκαέξι ετών που δεν έχουν καταδικαστεί για ποινικό αδίκημα μπορούν να ψηφίσουν. Το Άρθρο 131 του Συντάγματος δηλώνει ότι η ψηφοφορία θα γίνεται "μέσα από ελεύθερη, ίση και μυστική ψήφο". Το Άρθρο 136 δηλώνει: "Για να εκλεγούν, οι αντιπρόσωποι πρέπει να λάβουν περισσότερες από τις μισές έγκυρες ψήφους των εκλογικών επαρχιών". Οι ψήφοι ρίχνονται σε κάλπες και καταμετρούνται δημοσίως. Οι σταυροί που λαμβάνει ο κάθε υποψήφιος επαληθεύονται από μη κομματικά, ανεξάρτητα, μη κρατικά όργανα και παρατηρητές. Οι υποψήφιοι για διεκδίκηση θέσης στην Εθνική Συνέλευση επιλέγονται σε τοπικές συγκεντρώσεις και κατόπιν τυγχάνουν έγκρισης από εκλογικές επιτροπές. Στην τελική εκλογή υπάρχει μόνο ένας υποψήφιος για κάθε θέση, ο οποίος πρέπει να έχει πλειοψηφία για να εκλεγεί.
Κανένα πολιτικό κόμμα δεν μπορεί να θέσει υποψήφιους ή να κάνει εκλογική εκστρατεία στο νησί, παρόλο που το Κομουνιστικό Κόμμα είχε πέντε συνελεύσεις από το 1975. Το 1997 το κόμμα δήλωσε ότι είχε 780.000 μέλη. Εκπρόσωποί του αποτελούν πέρα από το μισό Κρατικό Συμβούλιο και πέρα από τη μισή Εθνική Συνέλευση. Τις υπόλοιπες θέσεις καταλαμβάνουν μη κομματικά στελέχη. Άλλα πολιτικά κόμματα κάνουν διεθνή πολιτική και οικονομική εκστρατεία, αλλά η δραστηριότητα της αντιπολίτευσης εντός της Κούβας είναι σχεδόν ανύπαρκτη και ως επί το πλείστον παράνομη. Παρόλο που το κουβανικό σύνταγμα αναφέρεται στην ελευθερία του λόγου, τα δικαιώματα αυτά περιορίζονται από το Άρθρο 62, σύμφωνα με το οποίο "Κανένα από τα δικαιώματα που αναγνωρίζονται για τους πολίτες δεν μπορεί να ασκηθεί εις βάρος... της ύπαρξης και των στόχων του σοσιαλιστικού κράτους, ή εις βάρος της απόφασης του κουβανικού λαού για οικοδόμηση σοσιαλισμού και κομουνισμού. Παραβιάσεις αυτής της αρχής μπορούν να θεωρηθούν αδικήματα." Σχεδόν όλοι οι ενήλικες Κουβανοί συμμετέχουν στις τοπικές Επιτροπές για την Υπεράσπιση της Επανάστασης, οι οποίες έχουν κεντρικό ρόλο στην καθημερινή ζωή των πολιτών. Αυτές οι ομάδες είναι σχεδιασμένες για να συντονίζουν δημόσια γεγονότα και έργα, να προστατεύουν και να διαφυλάσσουν τη σοσιαλιστική ιδεολογία ανάμεσα στους πολίτες, και να λειτουργούν ως παρατηρητές της γειτονιάς ενάντια σε κάθε "αντι-επαναστατική" δραστηριότητα.Από τότε που η Κούβα ανακηρύχθηκε σοσιαλιστική δημοκρατία το 1961, η κυβέρνηση των ΗΠΑ και οικονομικό αντίκτυπο στο νησί. Αυτά είχαν ως στόχο την απομάκρυνση της ηγεσίας και την ενθάρρυνση για πολιτικές αλλαγές που θα άνοιγαν τον δρόμο για πολυκομματικές εκλογικές διαδικασίες. Το πιο σημαντικό μέτρο είναι η επιβολή εμπάργκο εκ μέρους των ΗΠΑ εναντίον της Κούβας και ο Νόμος Χελμς-Μπάρτον που ακολούθησε το 1996. Πολλοί θεωρούν ότι η κουβανική κυβέρνηση δεν πληροί τα ελάχιστα κριτήρια μιας δημοκρατίας, κυρίως λόγω της απουσίας πολυκομματικού ανταγωνισμού για διεκδίκηση πολιτικών αξιωμάτων. Η κουβανική κυβέρνηση και οι υποστηρικτές της ισχυρίζονται ότι η Κούβα έχει δημοκρατία, επικαλούμενοι την εκτενή συμμετοχή στη διαδικασία του χρίσματος των υποψηφίων σε εθνικό και δημοτικό επίπεδο.
Δικαίωμα ψήφου στις εκλογές έχουν όσες και όσοι είναι ηλικίας 16 ετών και άνω.Στις 24 Φεβρουαρίου του 2008 εξελέγη Πρόεδρος ο μοναδικός υποψήφιος, Ραούλ Κάστρο, αδερφός του Φιδέλ Κάστρο. Υπήρχε αβεβαιότητα για το αν θα ήταν ξανά υποψήφιος για το αξίωμα ο ασθενής ηγέτης Φιδέλ Κάστρο και στις 19 Φεβρουαρίου ο Φιδέλ ανακοίνωσε την απόσυρσή του και ότι δε θα διεκδικούσε άλλη προεδρική θητεία.
Ομόφωνα εξελέγη ο ως τότε πρώτος αντιπρόεδρος, Ραούλ, στις 24 Φεβρουαρίου του 2008. Πρώτος αντιπρόεδρος εξελέγη ο Χοσέ Ραμόν Ματσάδο Βεντούρα διαψεύδοντας τις φήμες που έφεραν κάποιον νεότερης ηλικίας στο αξίωμα.
Οι πιο πρόσφατες βουλευτικές εκλογές διεξήχθησαν στις 3 Φεβρουαρίου 2013 . Εξελέγησαν 614 μέλη για την Εθνοσυνέλευση της Λαϊκής Εξουσίας, σε μονοεδρικές περιφέρειες.Οι υποψήφιοι πρέπει να συγκεντρώσουν τουλάχιστον 50% των ψήφων για να εκλεγούν σε μία περιφέρεια. Μία έδρα μένει κενή, αν κανείς υποψήφιος δεν συμπληρώσει το απαιτούμενο 50% των ψήφων ή δε διεξαχθεί επαναληπτική εκλογή. Με βάση τον εκλογικό νόμο, οι μισοί από τους υποψηφίους πρέπει να είναι δημοτικοί σύμβουλοι, ενώ οι υπόλοιποι μισοί προτείνονται από συνελεύσεις που έχουν στη σύνθεσή τους μέλη των Επιτροπών για την Άμυνα της Επανάστασης και ομάδες που εκπροσωπούν αγρότες, μαθητές, φοιτητές, γυναίκες, εργάτες και νεαρής ηλικίας άτομα.
Κατά την διακυβέρνηση Φιδέλ Κάστρο η Κούβα έγινε μια πολύ στρατικοποιημένη κοινωνία. Από το 1975 μέχρι το 1980 η τεράστια σοβιετική στρατιωτική βοήθεια έδωσε τη δυνατότητα στην Κούβα να αναπτύξει ισχυρή στρατιωτική μηχανή. Μετά τη διακοπή της σοβιετικής βοήθειας, η Κούβα μείωσε δραματικά τον αριθμό του στρατιωτικού προσωπικού, από 235.000 το 1994 σε περίπου 60.000 το 2003. Η κυβέρνηση σήμερα χρησιμοποιεί περίπου 1.8% του ΑΕΠ για στρατιωτικές δαπάνες. Σημερινός Υπουργός των Επαναστατικών Στρατιωτικών Δυνάμεων είναι ο Ραούλ Κάστρο, αδελφός του Φιδέλ Κάστρο, ο οποίος είχε σημαντικό ηγετικό ρόλο στην Επανάσταση της Κούβας.
Τον Ιούνιο του 2008 η ΕΕ ήρε τις κυρώσεις που είχαν επιβληθεί το 2003 στην Κούβα.
Η κουβανική κυβέρνηση έχει κατηγορηθεί για πολλές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως βασανιστήρια, αυθαίρετη φυλάκιση, μη δίκαιες δίκες και εξωδικαστικές εκτελέσεις. Οι αντιφρονούντες εκφράζουν παράπονα για παρενοχλήσεις και βασανιστήρια. Παρόλο που η κυβέρνηση της Κούβας έθεσε μορατόριουμ στη θανατική ποινή το 2001, έκανε μια εξαίρεση δύο χρόνια αργότερα για άτομα που συμμετείχαν σε ένοπλη αεροπειρατεία. Οργανώσεις όπως η Διεθνής Αμνηστία και η Human Rights Watch έχουν εκδώσει εκθέσεις για τους Κουβανούς πολιτικούς κρατουμένους. Η κουβανική κυβέρνηση αρνείται στη Διεθνή Επιτροπή Ερυθρού Σταυρού και Ερυθράς Ημισελήνου να έχει πρόσβαση στους φυλακισμένους, ενώ σε διάφορες οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, περιλαμβανομένης της Διεθνούς Αμνηστίας, απαγορεύεται η είσοδος στη χώρα. Στον κόλπο του Γκουαντάναμο οι Ηνωμένες Πολιτείες κατηγορούνται επίσης για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Υπάρχουν δεκαεννιά συντεχνίες στην Κούβα και 98% του εργατικού δυναμικού της χώρας είναι μέλη τους. Οι συντεχνίες δεν είναι εγγεγραμμένες σε κάποιον κρατικό φορέα και αυτοχρηματοδοτούνται από τις μηνιαίες συνδρομές των μελών τους. Οι υποστηρικτές τους ισχυρίζονται ότι οι αξιωματούχοι των συντεχνιών εκλέγονται με διάφανες διαδικασίες και ότι υπάρχουν διαφορετικές πολιτικές απόψεις μέσα σε κάθε συντεχνία. Όμως όλες οι συντεχνίες είναι μέλη της Συνομοσπονδίας Κουβανών Εργαζομένων, η οποία διατηρεί στενές σχέσεις με το κράτος και το Κομουνιστικό Κόμμα. Οι υποστηρικτές ισχυρίζονται ότι η Συνομοσπονδία δίνει τη δυνατότητα στους εργαζομένους να ακουστεί η φωνή τους στην κυβέρνηση. Όσοι αντιτίθενται ισχυρίζονται ότι η κυβέρνηση χρησιμοποιεί τη Συνομοσπονδία για να ελέγχει τις συντεχνίες και να καθορίζει τους ηγέτες τους. Η ελευθερία των εργαζομένων να εκφράζουν ανεξάρτητες απόψεις είναι επίσης κάτι που αμφισβητείται. Οι υποστηρικτές του συστήματος θεωρούν ότι οι απόψεις των εργαζομένων έχουν διαμορφώσει την κυβερνητική πολιτική σε πολλές περιπτώσεις, όπως το 1993 με την πρόταση για αναθεώρηση του φορολογικού συστήματος, ενώ οι πολέμιοι, επικαλούμενοι μελέτες που έχουν κάνει διεθνείς εργατικές οργανώσεις, επισημαίνουν ότι οι εργαζόμενοι οφείλουν να δείξουν την πίστη τους στα ιδεώδη του Κομουνιστικού Κόμματος, και θεωρούν ότι η κυβέρνηση συστηματικά παρενοχλεί και θέτει υπό κράτηση ακτιβιστές, αλλά και ότι απαγορεύει τη δημιουργία ανεξάρτητων συντεχνιών που δεν πρόσκεινται στη Συνομοσπονδία, ότι οι ηγέτες σε απόπειρες δημιουργίας ανεξάρτητων συντεχνιών έχουν φυλακιστεί και ότι το δικαίωμα της απεργίας δεν αναγνωρίζεται από τον νόμο.
Η Κούβα είναι ένα αρχιπέλαγος νησιών που βρίσκονται στην Καραϊβική Θάλασσα, με γεωγραφικές συντεταγμένες 21°3N, 80°00W. Το κύριο νησί είναι η Κούβα, το οποίο περιβάλλεται από τέσσερις κύριες συστάδες νησιών. Αυτές είναι τα Κολοράδος, τα Καμαγουέι, τα Χαρδίνες ντε λα Ρέινα και τα Καναρέος. Το κύριο νησί της Κούβας αποτελεί το μεγαλύτερο μέρος της έκτασης της χώρας (105,006 χλμ² ή 40,543 τετρ. μίλια) και είναι το 17ο μεγαλύτερο σε έκταση νησί στον κόσμο. Το δεύτερο μεγαλύτερο σε έκταση νησί της χώρας είναι η Ίσλα δε λα Χουβεντούδ (Νησί της Νιότης) στα νοτιοδυτικά, με έκταση 3,056 χλμ² (1,180 τετρ. μίλια). Η Κούβα έχει συνολική έκταση 110,860 χλμ².
Το κύριο νησί αποτελείται πρωτίστως από πεδιάδες. Στα νοτιοανατολικά είναι η Σιέρρα Μαέστρα, μια οροσειρά με απότομα βουνά, όπου το πιο ψηλό σημείο είναι το Πίκο Ρεάλ δελ Τουρκίνο στα 2,005 μέτρα (6,578 πόδια). Το κλίμα είναι τροπικό, αν και μετριάζεται από ανέμους. Σε γενικές γραμμές (με τοπικές διαφοροποιήσεις), από τον Νοέμβριο μέχρι τον Απρίλιο είναι η ξηρή εποχή, και από τον Μάιο μέχρι τον Οκτώβριο η πιο βροχερή εποχή. Η μέση θερμοκρασία είναι 21 °C τον Ιανουάριο και 27 °C τον Ιούλιο. Η Κούβα πλήττεται από καταιγίδες, οι οποίες είναι πιο συχνές τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο. Η Αβάνα είναι η μεγαλύτερη πόλη και η πρωτεύουσα. Άλλες σημαντικές πόλεις είναι το Σαντιάγο ντε Κούβα και το Καμαγουέι. Μικρότερες γνωστές πόλεις είναι το Μπαρακόα (η πρώτη ισπανική αποικία στην Κούβα), το Τρινιδάδ (παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά της UNESCO) και το Μπαγιάμο.
Δεκατέσσερις νομοί και ένας ανεξάρτητος δήμος (η Ίσλα ντε λα Χουβεντούδ) αποτελούν τη σημερινή Κούβα. Αυτοί αποτελούσαν μέρος των έξι μεγαλύτερων ιστορικών επαρχιών: Πινάρ ντελ Ρίο, Αβάνα, Ματάνσας, Λας Βίγιας, Καμαγουέι και Οριέντε. Οι σημερινές υποδιαιρέσεις μοιάζουν αρκετά με τις ισπανικές στρατιωτικές επαρχίες που υπήρχαν κατά τους Κουβανικούς Πολέμους της Ανεξαρτησίας, όταν οι πιο προβληματικές περιοχές διαιρέθηκαν.
Ο πληθυσμός της Κούβας είναι σχετικά μικρός σε σύγκριση με τον αντίστοιχο των Αντιλών. Από 1.573.000 το 1900 αυξήθηκε σε 6.460.000 το 1958 πριν την Κουβανική Επανάσταση, ενώ στα μέσα της δεκαετίας του 1990 ανήλθε σε 11.000.000. Σύμφωνα με το World Factbook της CIA, ο πληθυσμός της Κούβας είναι 51% μιγάδες, 37% λευκοί, 11% μαύροι και 1% Κινέζοι. Πλέον δεν υπάρχουν πια απόγονοι των ιθαγενών κατοίκων.Από την άλλη, σύμφωνα με το Εθνικό Γραφείο Στατιστικής της κουβανικής κυβέρνησης, σύμφωνα με απογραφή πληθυσμού που έγινε το 2002, ο πληθυσμός της χώρας έχει ως ακολούθως: Ενώ 5.597.233 είναι άνδρες και 5.580.510 γυναίκες. Το προσδόκιμο ζωής στο σύνολο του πληθυσμού ήταν σύμφωνα με εκτιμήσεις του 2013 τα 78,05 χρόνια (75,77 χρόνια οι άνδρες και 80,46 οι γυναίκες). Η γεννητικότητα στην Κούβα, 11,6 γεννήσεις για κάθε 1.000 κατοίκους το 2003, είναι μια από τις χαμηλότερες στο δυτικό ημισφαίριο. Η μείωση του ρυθμού γονιμότητας - από 3,5 παιδιά η κάθε γυναίκα το 1970 σε 1,5 το 1992 - είναι η μεγαλύτερη στο δυτικό ημισφαίριο, με μόνο τη Γουαδελούπη και την Τζαμάικα να δείχνουν μεγαλύτερη πτώση.Στην Κούβα επιτρέπονται οι αμβλώσεις, οι οποίες ήταν 58,6 για κάθε 1000 εγκυμοσύνες το 1996, σε σύγκριση με 35 που ήταν ο μέσος όρος στην Καραϊβική, 27 στη Λατινική Αμερική και 48 στην Ευρώπη. Επιπλέον, η χρήση προφυλάξεων υπολογίζεται στο 79% (στο ανώτερο ένα τρίτο των χωρών του δυτικού ημισφαιρίου).
Η μετανάστευση από και προς την Κούβα είχε αισθητό αντίκτυπο στη χώρα τον 20ό αιώνα. Στην Κούβα υπάρχει επίσης πλήθος μη Κουβανών αγνώστου μεγέθους, όπως Κινέζοι που προέρχεται κυρίως από τους εργάτες που έφτασαν τον 19ο αιώνα για να κτίσουν το σιδηροδρομικό δίκτυο και να εργαστούν στα μεταλλεία. Από το 1900 μέχρι το 1930 έφτασαν σχεδόν ένα εκατομμύριο μετανάστες από την Ισπανία.
Από το 1959 και μετά περισσότεροι από ένα εκατομμύριο Κουβανοί εγκατέλειψαν το νησί, πηγαίνοντας κυρίως στο Μαϊάμι, των Ηνωμένων Πολιτειών, όπου μια ισχυρή, μορφωμένη και οικονομικά δυνατή εξόριστη κουβανική κοινότητα υπάρχει σήμερα. Το κύμα φυγής που παρατηρήθηκε αμέσως μετά την επανάσταση στην Κούβα αφορούσε κυρίως τη μεσαία και ψηλή κοινωνική τάξη, η οποία ήταν ως επί το πλείστον λευκοί, κάτι που συνέβαλε σε αλλοίωση του δημογραφικού χαρακτήρα με αλλαγές στη γεννητικότητα και τη φυλετική ταύτιση μεταξύ των διαφόρων εθνοτικών ομάδων. Σε μια προσπάθεια ομαλοποίησης της μετανάστευσης μεταξύ των δύο χωρών - ιδιαίτερα μετά τη μαζική έξοδο από τη Μαριέλ - η Κούβα και οι Ηνωμένες Πολιτείες συμφώνησαν το 1994 στη μείωση της μετανάστευσης προς τις ΗΠΑ. Βάσει της συμφωνίας, οι Ηνωμένες Πολιτείες δίνουν συγκεκριμένο αριθμό θεωρήσεων διαβατηρίου σε Κουβανούς που επιθυμούν να μεταναστεύσουν (20.000 από το 1994), ενώ όσοι συλληφθούν στη θάλασσα προσπαθώντας να εισέλθουν στις ΗΠΑ χωρίς άδεια επιστρέφουν στην Κούβα. Ο αμερικανικός νόμος δίνει στον Γενικό Εισαγγελέα τη δυνατότητα να δώσει άδεια μόνιμης παραμονής σε άτομα κουβανικής προέλευσης ή υπηκοότητας που επιθυμούν διευθέτηση του στάτους τους αν έχουν παραμείνει στις Ηνωμένες Πολιτείες για διάστημα τουλάχιστον ενός έτους μετά την αποδοχή ή αποφυλάκισή τους και πληρούν τις προϋποθέσεις για να γινούν δεκτοί στη χώρα ως μετανάστες• οι αποδράσεις αυτές είναι πολύ συχνά τολμηρές και εφευρετικές. Ο αριθμός των Κουβανών που φεύγουν μέσω θαλάσσης εξακολουθεί να είναι περίπου 2.000 ετησίως, με μικρή αυξητική τάση. Το 2005 άλλοι 7.610 Κουβανοί μπήκαν στις ΗΠΑ από τα "νότια σύνορα μέχρι τις 30 Σεπτεμβρίου".Σύμφωνα με την εφημερίδα Miami Herald, "Σε αντίθεση με τις περισσότερες χώρες, η Κούβα απαιτεί από τους πολίτες της να αποκτήσουν άδεια εξόδου για να φύγουν από τη χώρα. Υπάρχουν 533 Κουβανοί με βίζα από τις ΗΠΑ στους οποίους δεν επιτρέπεται να φύγουν".
Η αστικοποίηση στην Κούβα είναι ιδιαίτερα έντονη από το 1950, με τον αστικό πληθυσμό που το 1958 αποτελούσε το 40% του συνολου τώρα να έχει ξεπεράσει το 75%. Χαρακτηριστικά η κουβανική κυβέρνηση ελέγχει την εγκατάσταση ανθρώπων στην πρωτεύουσα Αβάνα, με το σκεπτικό ότι η μητροπολιτική της περιοχή, όπου διαμένει το 20% του πληθυσμού της χώρας, δεν διαθέτει κατάλληλες αστικές υποδομές για να δεχτεί τόσο κόσμο. Επίσης υπάρχει και εσωτερική μετανάστευση στην Αβάνα, κυρίως από την ανατολική Κούβα.
Η Αβάνα, η πρωτεύουσα της χώρας και το κυριότερο λιμάνι γνώρισε ταχεία ανάπτυξη ιδιαίτερα κατά τον 20ο αιώνα. Το ιστορικό κέντρο της πόλης διατηρεί το αποικιακό αρχιτεκτονικό ύφος, ενώ το αρχιτεκτονικά οικοδομήματα της παλαιάς Αβάνας και τα σύστημα των ισπανικών οχυρών κυρήχθηκαν Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς από την UNESCO. Άλλες σημαντικές πόλεις είναι το Σαντιάγο ντε Κούβα, η Σάντα Κλάρα. Η τέταρτη μεγαλύτερη πόλη της χώρας, το Καμαγουέι, διαθέτει επίσης ιστορικό κέντρο που έχει χαρακτηριστεί Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς και είναι διάσημο για τα πιθάρια στα οποία συλλέγεται νερό για τις περιόδους ξηρασίας.
Ιστορικά, η Κούβα έχει να επιδείξει ένα από τα ψηλότερα επίπεδα εκπαίδευσης και αλφαβητισμού στη Λατινική Αμερική μετά την επανάσταση. Όλη η εκπαίδευση είναι δωρεάν για όλους τους Κουβανούς πολίτες, συμπεριλαμβανομένης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Τα ιδιωτικά εκπαιδευτικά ιδρύματα δεν επιτρέπονται. Η φοίτηση σε σχολείο είναι υποχρεωτική για όλους από τις ηλικίες έξι μέχρι δεκαέξι και όλοι ο μαθητές, ανεξαρτήτως ηλικίας ή φύλου, φορούν σχολική στολή με χρώματα που υποδηλώνουν τον βαθμό της εκπαίδευσης. Η κατώτερη εκπαίδευση διαρκεί έξι χρόνια, ενώ η μέση χωρίζεται σε βασική και προ-πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Η ανώτερη εκπαίδευση παρέχεται από πανεπιστήμια, ανώτερες σχολές, ανώτερα παιδαγωγικά ινστιτούτα και ανώτερα πολυτεχνικά ινστιτούτα. Το Υπουργείο Ανώτερης Εκπαίδευσης της Κούβας έχει επίσης προγράμματα εκπαίδευσης αγροτών σε αγροτικές περιοχές, οι οποίοι παρακολουθούν τακτικά απογευματινά και νυχτερινά μαθήματα. Το Πανεπιστήμιο της Αβάνας ιδρύθηκε το 1728 και υπάρχουν πολλά άλλα κολέγια και πανεπιστήμια.
Η κουβανική κυβέρνηση παρέχει εθνικό σύστημα υγείας το οποίο αναλαμβάνει όλη την οικονομική και διοικητική ευθύνη για την ιατρική φροντίδα των πολιτών. Ιστορικά, η Κούβα έχει ψηλό ποσοστό ιατρικού προσωπικού και σημαντική συνεισφορά στην παγκόσμια υγεία από τον 19ο αιώνα. Σύμφωνα με στατιστικές του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, το προσδοκώμενο όριο ζωής και η παιδική θνησιμότητα στην Κούβα συγκρίνονται με αυτά των βιομηχανοποιημένων χωρών του δυτικού κόσμου από το 1957.
Στην Κούβα υπάρχουν πολλές θρησκείες, οι οποίες αντανακλούν τα ποικίλα πολιτισμικά στοιχεία της. Ο καθολικισμός, τον οποίο έφεραν στο νησί οι Ισπανοί αποικιοκράτες στις αρχές του 16ου αιώνα, είναι η κυριότερη θρησκεία. Μετά την επανάσταση η Κούβα έγινε επίσημα αθεϊστικό κράτος και περιόρισε τη θρησκευτική λατρεία. Από το 1991 οι περιορισμοί αυτοί έχουν μειωθεί σημαντικά και η ανοιχτή αμφισβήτηση εκ μέρους των κρατικών θεσμών του δικαιώματος του θρησκεύειν έχει εκλείψει, παρόλο που η Εκκλησία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει περιορισμούς στη γραπτή και ηλεκτρονική επικοινωνία και δικαιούται να δεχτεί εισφορές μόνο οικονομικούς πόρους που εγκρίνονται από το κράτος. Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία εκπροσωπείται από τη Συνέλευση των Κουβανών Καθολικών Επισκόπων, της οποίας ηγείται ο Χάιμε Λούκας Ορτέγα ι Αλαμίνο, καρδινάλιος αρχιεπίσκοπος της Αβάνας. Υπάρχουν έντεκα επισκοπές, 56 τάγματα καλογριών και 24 τάγματα ιερέων. Τον Ιανουάριο του 1998 έγινε η ιστορική επίσκεψη του Πάπα Ιωάννη Παύλου Β' στο νησί, κατόπιν πρόσκλησης από την κουβανική κυβέρνηση και την καθολική εκκλησία.
Το θρησκευτικό τοπίο της Κούβας χαρακτηρίζεται επίσης από πολλές συγχωνεύσεις διαφόρων θρησκειών. Αυτή η ποικιλομορφία προέρχεται από Κουβανούς με ρίζες στη δυτική και κεντρική Αφρική, οι οποίοι ανακατασκεύασαν τις αφρικανικές τους θρησκείες στην Κούβα. Το έκαναν συνδυάζοντας τις θρησκείες τους με στοιχεία του καθολικισμού, με αποτέλεσμα σαν κι αυτό που παρατηρήθηκε με τη βραζιλιάνικη ουμπάντα. Συχνά ο καθολικισμός ακολουθείται παράλληλα με τη σαντερία, ένα μίγμα καθολικισμού και άλλων, κυρίως αφρικανικών, πίστεων. Άλλες θρησκείες που έχουν απήχηση είναι η Πάλο Μόντε και η Αμπακουά, οι οποίες έχουν μεγάλο μέρος της λειτουργίας τους σε αφρικανικές γλώσσες.
Ο προτεσταντισμός εισήχθηκε από τις Ηνωμένες Πολιτείες τον 18ο αιώνα και αυξάνεται συνεχώς. Περίπου 300.000 Κουβανοί ανήκουν στις 54 προτεσταντικές εκκλησίες που υπάρχουν στο νησί. Ο Πεντηκοστιανισμός έχει αυξηθεί πολύ τα τελευταία χρόνια, και η Εκκλησία του Θεού από μόνη της έχει πάνω από 100.000 μέλη - σύμφωνα με την ίδια. Η Επισκοπική Εκκλησία της Κούβας ισχυρίζεται ότι αριθμεί 10.000 μέλη. Στην Κούβα υπάρχουν μικρές κοινότητες εβραίων, μουσουλμάνων και πιστών του Μπαχάι.Η Αβάνα έχει τρεις ενεργές συναγωγές και ένα τζαμί. Οι περισσότεροι Εβραιο-Κουβανοί είναι πολωνικής και ρωσικής καταγωγής, αποτέλεσμα των πογκρόμ στις αρχές του 20ού αιώνα. Υπάρχει, όμως, μια μικρή κοινότητα σεφαρδιτών εβραίων στην Κούβα, οι οποίοι προέρχονται από την Τουρκία. Οι περισσότεροι από τους σεφαρδίτες ζουν στην επαρχία, παρόλο που έχουν δική τους συναγωγή στην Αβάνα. Τη δεκαετία του 1960 σχεδόν 8.000 εβραίοι έφυγαν για το Μαϊάμι. Τη δεκαετία του 1990 περίπου 400 Εβραιο-Κουβανοί εγκαταστάθηκαν στο Ισραήλ σε μια συντονισμένη μαζική έξοδο με τη χρήση θεωρήσεων διαβατηρίου που έδωσαν χώρες που θέλησαν να τους βοηθήσουν να μεταβούν στο Ισραήλ.
Η κυβέρνηση της Κούβας εμμένει στις σοσιαλιστικές της αρχές σχετικά με την οργάνωση και προγραμματισμό της οικονομίας της, η οποία ελέγχεται από το κράτος. Η κυβέρνηση είναι ο ιδιοκτήτης και διαχειριστής των περισσοτέρων μέσων παραγωγής και η πλειονότητα του εργατικού δυναμικού εργοδοτείται από το κράτος. Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια τάση για περισσότερη εργοδότηση στον ιδιωτικό τομέα. Το 2000 η εργοδότηση στον δημόσιο τομέα ήταν 77,5% και στον ιδιωτικό 22,5%, σε σύγκριση με 91,8% και 8,2% που ήταν το 1981. Υπάρχουν περιορισμοί στις επενδύσεις κεφαλαίων, για τις οποίες απαιτείται έγκριση απότην κυβέρνηση. Οι περισσότερες τιμές και ποσότητες αγαθών για κάθε πολίτη καθορίζονται από την κυβέρνηση.
Όπως συνέβη και σε κάποιες άλλες κομουνιστικές και μετα-κομουνιστικές χώρες μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, η Κούβα έκανε κάποιες περιορισμένες κινήσεις για μικρή απελευθέρωσης της αγοράς, με στόχο να μετριάσει τα σοβαρά προβλήματα έλλειψης τροφίμων, καταναλωτικών αγαθών και υπηρεσιών που προκάλεσε το τέλος των σοβιετικών χορηγιών. Αυτά τα μέτρα περιλάμβαναν κάποια αυτοεργοδότηση στον λιανικό τομέα και τον τομέα της ελαφράς βιομηχανίας, τη νομιμοποίηση του αμερικανικού δολαρίου στις συναλλαγές και την ενθάρρυνση του τουρισμού. Το 1996 ο τουρισμός ξεπέρασε τη βιομηχανία ζάχαρης ως η μεγαλύτερη πηγή εσόδων σε σκληρό νόμισμα. Η Κούβα την τελευταία δεκαετία τριπλασίασε το μερίδιο αγοράς της στον τουρισμό της Καραϊβικής, ενώ με μεγάλες επενδύσεις στην τουριστική υποδομή αυτός ο ρυθμός ανάπτυξης αναμένεται να συνεχίσει. 1,9 εκατομμύρια τουρίστες επισκέφθηκαν την Κούβα το 2003, κυρίως από τον Καναδά και την Ευρωπαϊκή Ένωση, αποφέροντας έσοδα 2,1 εκατομ. δολάρια. Η απότομη ανάπτυξη του τουρισμού κατά την Ειδική Περίοδο είχε σημαντικές κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις στην Κούβα. Αυτό έχει οδηγήσει στην πεποίθηση ότι στην Κούβα αναδύεται μια διπλή οικονομία και προωθείται ένα καθεστώς τουριστικoύ απάρτχαϊντ στο νησί.
Η Κούβα ήταν κάποτε η πρώτη χώρα στον κόσμο στην παραγωγή και την εξαγωγή ζάχαρης. Η παραγωγή έχει μειωθεί λόγω συχνών καταιγίδων και ξηρασίας τα τελευταία χρόνια, φαινομένων τα οποία έχουν πλήξει τις φυτείες. Επιπλέον, η έλλειψη επένδυσης σε υποδομή έχει αναγκάσει πολλούς μύλους να κλείσουν.
Μέχρι και το 2001 μελέτες έδειχναν ότι το μέσο βιοτικό επίπεδο στην Κούβα ήταν χαμηλότερο από ό,τι ήταν πριν από την πτώση της οικονομίας που επήλθε με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Θεμελιώδες θέμα είναι η αδυναμία των δημόσιων μισθών να καλύψουν τις προσωπικές ανάγκες των πολιτών σε ένα σύστημα απόλυτα ελεγχόμενης κατανομής αγαθών, στο οποίο παρατηρούνται διαχρονικά ελλείψεις. Καθώς η ποικιλία και η ποσότητα των διαθέσιμων αγαθών μειώθηκε, οι Κουβανοί στράφηκαν στη μαύρη αγορά για εξασφάλιση βασικών τροφίμων, ρουχισμού και άλλων προϊόντων. Επιπρόσθετα, εξακολουθεί να υπάρχει διαφθορά σε χαμηλό επίπεδο, όπως μικροκλοπές αντικειμένων που αποτελούν κρατική περιουσία για πώληση στη μαύρη αγορά.
Εξωτερικό εμπόριο και αποκλεισμοίΠριν από την ανατροπή της Σοβιετικής Ένωσης, το 1991, η οικονομία της χώρας εξαρτιόταν από τη Σοβιετική Ένωση, ιδιαίτερα όσον αφορά τις εξαγωγές, αλλά και γενικότερα σε θέματα οικονομικών ενισχύσεων. Χαρακτηριστικά, οι Σοβιετικοί πλήρωναν την κουβανική ζάχαρη πιο ακριβά από την τιμή της αγοράς, ενώ πουλούσαν στην Κούβα πετρέλαιο σε τιμή πιο χαμηλή από αυτήν της αγοράς. Η διακοπή των χορηγιών αυτών προκάλεσε απότομη και κατακόρυφη επιδείνωση της εγχώριας οικονομίας, φάση την οποία οι Κουβανοί ονόμασαν "Período Especial" (Ειδική Περίοδος). Το 1992 οι Ηνωμένες Πολιτείες σκλήρυναν τη στάση τους αναφορικά με το οικονομικό εμπάργκο, συμβάλλοντας στη πτώση του βιοτικού επιπέδου στην Κούβα, το οποίο έφτασε σε κρίσιμο σημείο μέσα σε ένα έτος.
Κατά τα τελευταία έτη, και από τότε που ανέλαβε την εξουσία στην Βενεζουέλας ο Ούγο Τσάβες, η οικονομική βοήθεια από τη Βενεζουέλα συνέβαλε στη βελτίωση της οικονομίας της Κούβας. Η στήριξη της Βενεζουέλας προς την Κούβα γίνεται με την παροχή 80.000 βαρελιών πετρελαίου ημερησίως, με αντάλλαγμα επαγγελματικές υπηρεσίες και γεωργικά προϊόντα. Πρόσφατα, η Κούβα απέσυρε κάποια από τα μέτρα που πήρε τη δεκαετία του 1990. Το 2004 η κυβέρνηση στήριξε δημόσια το ευρώ ως ένα "παγκόσμιο αντιστάθμισμα στο δολάριο ΗΠΑ", και απέσυρε το νόμισμα των Ηνωμένων Πολιτειών από την κυκλοφορία σε καταστήματα και επιχειρήσεις. Η αύξηση των περιορισμών από την αμερικανική κυβέρνηση για ταξίδια προς την Κούβα από Κουβανο-Αμερικανούς και για τα χρηματικά ποσά που μπορούσαν να μεταφέρουν στο νησί ισχυροποίησε τον έλεγχο της κουβανικής κυβέρνησης στην κυκλοφορία του δολαρίου στο νησί. Την τελευταία δεκαετία οι Κουβανοί λάμβαναν κάθε χρόνο συνολικά από 600 εκατομμύρια μέχρι 1 δισ. δολάρια ΗΠΑ, κυρίως από μέλη των οικογενειών τους που ήταν εγκατεστημένοι στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Το 2005 η Κούβα εξήγαγε 2,4 δισ. δολάρια, 114η από 226 χώρες, και εισήγαγε 6,9 δισ. δολάρια, 87η από 226 χώρες. Οι κύριοι εξαγωγικοί εταίροι είναι η Ολλανδία, ο Καναδάς και η Κίνα. Κύριοι εισαγωγικοί εταίροι είναι η Βενεζουέλα, η Ισπανία και οι Ηνωμένες Πολιτείες. Οι βασικές εξαγωγές της Κούβας είναι ζάχαρη, νίκελ, καπνός, ψάρι, ιατρικά προϊόντα, εσπεριδοειδή, καφές και καταρτισμένο εργατικό δυναμικό• οι εισαγωγές περιλαμβάνουν τρόφιμα, καύσιμα, ρουχισμό και μηχανήματα. Το εξωτερικό χρέος της Κούβας υπολογίζεται σήμερα στα 13 δισ. δολάρια, περίπου 38% του ΑΕΠ. Σύμφωνα με το Heritage Foundation, η Κούβα εξαρτάται από πιστώσεις που μεταφέρονται από χώρα σε χώρα. Η πτώση του μεριδίου της Κούβας στην παγκόσμια εξαγωγή ζάχαρης από 35% που ήταν κάποτε στο 10% που είναι σήμερα οφείλεται σε πολλούς παράγοντες, περιλαμβανομένης της πτώσης της τιμής της ζάχαρης διεθνώς, η οποία κατέστησε την Κούβα λιγότερο ανταγωνιστική στην παγκόσμια αγορά. Η Κούβα παράγει το 6,4% της παγκόσμιας παραγωγής νίκελ, το οποίο αντιστοιχεί στο 25% περίπου των συνολικών εξαγωγών της Κούβας. Πρόσφατα, μεγάλα αποθέματα πετρελαίου βρέθηκαν στα ανοιχτά της βόρειας Κούβας, κάτι που ώθησε δύο μέλη του αμερικανικού Κονγκρέσου, τους Τζεφ Φλέικ και Λάρι Κρέγκ, να ζητήσουν την άρση του εμπάργκο των ΗΠΑ έναντι στην Κούβα.
Λόγω του μακρόστενου σχήματος της Κούβας οι χερσαίες συγκοινωνίες εκτίνονται από ανατολικά προς δυτικά. Το σιδηροδρομικό δίκτυο επίσης συνδεέι κάθε άκρο της χώρας. Η οδήγηση γίνεται στα δεξιά.

Tags: