Λέσβος

Η Λέσβος είναι Eλληνικό νησί στο βορειοανατολικό Αιγαίο. Είναι το τρίτο σε μέγεθος ελληνικό νησί μετά την Κρήτη και την Εύβοια, με έκταση 1.636 τ.χλμ. και ακτογραμμή 371 χλμ. Το νησί έχει πληθυσμό 85.330 κατοίκους. Διοικητικά ανήκει στην Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου και στο Νομό Λέσβου. Βρίσκεται απέναντι από τις Τουρκικές ακτές, από το στενό της Μυτιλήνης, στα Α και από το στενό Μουσελίμ, στα Β. Έχει 2 κόλπους. Ο μεγαλύτερος είναι της Καλλονής και ο μικρότερος της Γέρας.
Πρωτεύουσα του νησιού, καθώς και του ομώνυμου Νομού Λέσβου, είναι η Μυτιλήνη, κτισμένη στο νοτιοανατολικό άκρο του νησιού. Σύγχρονη πόλη, διοικητικό, εμπορικό και πνευματικό κέντρο, με πληθυσμό 27.247 κατοίκων (απογραφή 2001). Είναι έδρα του Πανεπιστημίου Αιγαίου, του Νομού και της Περιφέρειας, καθώς και του Υπουργείου Αιγαίου. Σημαντικές κωμοπόλεις του νησιού είναι η Αγία Παρασκευή με 2.268 κατοίκους, η Αγιάσος με 2.498, η Καλλονή με 1.732, ο Πολιχνίτος με 2.763 και το Πλωμάρι με 3.377. Η Λέσβος θεωρείται πατρίδα του ούζου λόγω της εκτεταμένης ενασχόλησης των κατοίκων με την ποτοποιία. Αρκετές γνωστές μάρκες ούζου προέρχονται απ' το νησί.
Το Σεπτέμβριο του 2012 ολόκληρο το νησί της Λέσβου εντάχθηκε στο Παγκόσμιο Δίκτυο Γεωπάρκων της UNESCO.
Προϊστορία
Σύμφωνα με τη μυθική παράδοση πρώτοι κάτοικοι του νησιού ήταν οι Πελασγοί.Το όνομά του, όμως, το πήρε από τον Λέσβο, που έφτασε εδώ μαζί με Λαπίθες από τη Θεσσαλία. Η Λέσβος κατοικείται από τα προϊστορικά χρόνια. Θέσεις νεολιθικών οικισμών μέχρι στιγμής έχουν βρεθεί στο Σπήλαιο του Αγίου Βαρθολομαίου, στο Σπήλαιο «Γριάς το Πήδημα» και στις Χαλακές Πολιχνίτου. Σημαντική προϊστορική θέση είναι η Θερμή, όπου αναπτύχθηκε μεγάλος παράκτιος οικισμός σε πέντε φάσεις από το 3200 π.Χ. μέχρι το 2400 π.Χ. Ήταν ένα αστικό κέντρο με οικοδομικά τετράγωνα και λιθόστρωτους δρόμους. Αρχικά ήταν ανοχύρωτη, αλλά από φόβο επιθέσεων λαών της Μικράς Ασίας οχυρώθηκε. Η τεχνοτροπία στη κατασκευή και διακόσμηση των αγγείων είναι ίδια μέχρι τους αρχαϊκούς χρόνους.Στο νησί έχουν εντοπιστεί και άλλα κέντρα, όπως στο Κουρτήρ Λισβορίου, και οχυρές θέσεις σε λόφους στις οποίες έχουν ανακαλυφθεί λίθινα αντικείμενα όπως μυλόλιθοι και λεπίδες και αγγεία.Ο πολιτισμός αυτός που αναπτύχθηκε στη Λέσβο παρουσιάζει κοινά στοιχεία με το τρωαδικό και επεκτείνεται επίσης και σε άλλες περιοχές του ΒΑ Αιγαίου, όπως στην Σάμο, Χίο, Λήμνο, Μ. Ασία (Τροία), Θάσο, Ίμβρο, Σαμοθράκη, Θράκη και Σκύρο.Tο πρώτο φύλο που αποίκησε το νησί ήταν οι Πελασγοί. Το νησί αποικίστηκε ξανά τη δεύτερη χιλιετία από τους Αχαιοαιολείς, ως αποτέλεσμα της επέκτασής τους στην ανατολική Μεσόγειο και της καθόδου των Δωριέων.
Αρχαία Ιστορία
Οι πρωτογεωμετρικοί και γεωμετρικοί χρόνοι ήταν μια σκοτεινή περίοδος για τη Λέσβο. Κύρια ασχολία των κατοίκων εικάζεται ότι ήταν η καλλιέργεια της γης και η ναυτιλία. Λεσβιακοί αμφορείς που βρέθηκαν στη Σμύρνη και στην Αθήνα αποδεικνύουν ότι η εξαγωγή του κρασιού στη Λέσβο άρχισε από τον 7o αι. π.Χ. Οι πόλεις ήταν μικρές και φαίνεται ότι σχημάτισαν από νωρίς ένα είδος αμφικτυονίας με πρωτεύουσα τη Μυτιλήνη. Ο Ηρόδοτος αναφέρει πάντα τους κατοίκους του νησιού με την κοινή ονομασία Λέσβιοι ή μόνο ως Μυτιληναίους. Πολύ νωρίς, πριν από το 700 π.Χ., οι Μυτιληναίοι έλεγχαν τις αιολικές πόλεις και συνοικισμούς της απέναντι μικρασιατικής ακτής φτάνοντας έως τα Δαρδανέλια.
Από τις αρχαίες πόλεις του νησιού πέντε ήταν οι σημαντικότερες η Μυτιλήνη, η Μήθυμνα, η Άντισσα, η Πύρρα και η Ερεσός, οι οποίες ιδρύθηκαν από τους Αιολείς. Μια έκτη πόλη, η Αρίσβη, καταστράφηκε τον 5ο π.Χ. αι. από τους Μηθυμναίους. Το πρώτο πολίτευμα των λεσβιακών πόλεων φαίνεται ότι ήταν η βασιλεία και στη συνέχεια πέρασαν από την ολιγαρχία στην τυραννία. Η Μυτιλήνη, αφού ξεπέρασε στα τέλη του 7ου π.Χ. αι. τις εσωτερικές διενέξεις και ταραχές, στις οποίες έλαβε μέρος και ο ποιητής Αλκαίος, χάρη στον σοφό Πιττακό απέκτησαν δημοκρατικό πολίτευμα και πολιτική σταθερότητα, η οποία της επέτρεψε να αναπτυχθεί σε ισχυρή ναυτική δύναμη και να κυριαρχήσει στις άλλες πόλεις του νησιού. Στα μέσα του 7ου αιώνα π.Χ. επεκτάθηκαν σε όλη την Τρωάδα και γίνονται ισχυρή ναυτική δύναμη. Στα 570 π.Χ. οι Μυτιληναίοι είναι οι μόνοι Αιολείς που πήραν μέρος στον αποικισμό της Ναυκράτιδος στην Αίγυπτο. Οι πόλεις της Λέσβου ήταν υποτελείς στο Κροίσο της Λυδίας, και όταν ο τελευταίος νικήθηκε από τους Πέρσες το 546 πΧ, το νησί πέρασε υπό περσική κυριαρχία. Το 499 π.Χ. συμμετείχε στην ιωνική επανάσταση, όμως μετά την ήττα στην ναυμαχία της Λάδης υποτάχθηκε πλήρως στους Πέρσες και αναγκάστηκε να εκστρατεύσει μαζί τους εναντίον των Ελλήνων.
Η Λέσβος συμμετέχει στο Πελοποννησιακό πόλεμο, όπου οι πόλεις της, πότε με το ένα στρατόπεδο και πότε με το άλλο, υφίστανται καταστροφές, καθώς αρχικά συμμάχησαν με τους Αθηναίους και στη συνέχεια με τους Σπαρτιάτες. Στη αρχή οι λεσβιακές πόλεις είχαν συμμαχήσει με τους Αθηναίους, με την είσοδό τους στην Δηλιακή Συμμαχία το 478 π.Χ. Η νήσος κατέβαλε στη συμμαχία μόνο ναυτική βοήθεια. Όμως, στο τέταρτο έτος του Πελοποννησιακού Πόλεμου (427 π.Χ.) αποστατεί όλο το νησί με εξαίρεση τη Μήθυμνα και μόλις που θα γλυτώσει την πλήρη καταστροφή της από τους Αθηναίους. Όλο το νησί με εξαίρεση τη περιοχή της Μήθυμνας μοιράστηκε σε 3.000 κλήρους από τους οποίους οι 300 αφιερώθηκαν στους θεούς και οι υπόλοιποι 2.700 δόθηκαν σε Αθηναίους δικαιούχους, οι οποίοι όμως τους μίσθωσαν στους Λέσβιους και γύρισαν στην Αθήνα. Οι Λέσβιοι προσπάθησαν να φύγουν από τη συμμαχία το 415 π.Χ. και το 406 π.Χ., αλλά απέτυχαν. Το 405 π.Χ., μετά τη ναυμαχία στους Αιγός Ποταμούς, το νησί καταλαμβάνεται από το Σπαρτιάτη στρατιωτικό Λύσανδρο.
Οι Σπαρτιάτες επέβαλαν δεκαρχικό πολίτευμα μέχρι το 394 π.Χ., οπότε η Μυτιλήνη εξέβαλε τους Σπαρτιάτες. Το 389 π.Χ., ο Θρασύβουλος εισέρχεται στην Μυτιλήνη ανεμπόδιστος και κυρίευσε τη Μήθυμνα που ήταν το προπύργιο των Σπαρτιατών στο νησί. Το νησί συμμετείχε στο Κορινθιακό πόλεμο ως μέλος της κορινθιακής συμμαχίας και με την Ανταλκίδειο ειρήνη το νησί αφέθηκε ελεύθερο. Το 369 π.Χ. προσέρχεται και πάλι στην Β' Αθηναϊκή Συμμαχία.
Οι Πέρσες θα την καταλάβουν το 357 π.Χ. και τελικά θα την απελευθερώσει το 332 π.Χ. ο Μέγας Αλέξανδρος. Από 322 π.Χ. έως το 201 π.Χ. το νησί ανήκει στους Επιγόνους (Αντίγονος και μετά Πτολεμαίοι). Σε αυτή τη περίοδο το νησί χάνει την επιφανή θέση που κατέχει. Γύρω στα 231 π.Χ. καταστρέφεται από σεισμό η Πύρρα (κατοικείται μόνο το προάστιο και το Λιμάνι). Η Άντισσα καταστρέφεται από τους Ρωμαίους το 168 π.Χ. και χαρίζουν την επικράτειά της στη Μήθυμνα. Το 88 π.Χ. ο Μάρκος Μινούκιος Θέρμος καταλαμβάνει τη Μυτιλήνη, η οποία το 89 π.Χ. είχε συμμαχήσει με το Μιθριδάτη ΣΤ΄ τον Ευπάτορα.
Κατά τη διάρκεια της κυριαρχίας των Ρωμαίων κατασκευάζεται το Υδραγωγείο της Μόριας, τα ψηφιδωτά δάπεδα των επαύλεων της Επάνω Σκάλας, το Θέατρο και το Ιερό της Θερμίας Αρτέμιδος. Το 52 μ.Χ. στο νησί μεταδίδεται από τον απόστολο Παύλο ο χριστιανισμός.
Βυζαντινή περίοδος
Στο νησί υπάρχει αξιόλογη κίνηση κατά τη διάρκεια των πρώτων και μέσων βυζαντινών χρόνων (325 - 1071 μΧ). Παρόλα αυτά διάφορες επιδρομές ταλαιπώρησαν τους κατοίκους του νησιού, ιδιαίτερα στους μέσους βυζαντινούς χρόνους. Στη βυζαντινή περίοδο κτίστηκαν πολλές εκκλησίες και μοναστήρια. Σύμφωνα με μια θεωρία, ο μεγάλος αριθμός εκκλησιών (περίπου 60) που κατασκευάστηκαν στους πρώτους βυζαντινούς χρόνους υποδεικνύει ότι στο νησί έδρασαν διαφορετικές αιρέσεις από μη ορθόδοξους επισκόπους και οι κάτοικοι του νησιού διατηρούσαν τις παγανιστικές παραδόσεις, μερικές από τις οποίες επιβιώνουν μέχρι και σήμερα. Το 376 μ.Χ. το νησί λεηλατήθηκε από τους Σκύθες και επί Ιουστινιανού από τους Βανδάλους. Το 769 μ.Χ. το νησί κατελήφθη από τους Αβάρους, αλλά τη περίοδο 821-822 απελευθερώθηκε από το Θωμά των Εκτομία. Στο νησί επιτέθηκαν εναλλάξ οι Σαρακηνοί (851, 1055) και οι Ρώσσοι (864, 1027 και 1089). Το 1092 το νησί κατέλαβε ο Τζαχάς, εμίρης στη Σμύρνη. Το 1128 έγινε επιδρομή των Βενετών ενώ το νησί λεηλατούν το 13ο αιώνα οι Καταλανοί πειρατές.
Το νησί κατέλαβαν οι σταυροφόροι και το 1204 το νησί ανήκει στον Βαλδουίνο, αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης. Το 1228 καταλαμβάνεται από τον Ιωάννη Γ΄ Δούκα Βατάτζη. Το νησί λεηλατείται το 1292 και 1303. Στο νησί εκείνη τη περίοδο δημιουργείται στη Μυτιλήνη η πρώτη παροικία Γενοβέζων με βάση τη συνθήκη του Νυμφαίου. Το 1333 ο Δομίνικος Κατάνια (Cattaneo) κατέλαβε όλο το νησί εκτός από την Ερεσό και Μήθυμνα. Το νησί πέρασε ξανά στη κατοχή των Βυζαντινών το 1336.
Η Λέσβος στη Βυζαντινή Περίοδο ανήκει στην Επαρχία Των Νήσων. Εκτός από τα άλλα κτίσματα διακρίνονται από αυτή την εποχή μεγάλος αριθμός μοναστηριών (Μονή Υψηλού, Μονή Λειμώνος και Μυρσίνης, Μετόχι Περιβολή, Μονή Κάτω Τρίτους κ.α.).
Γενοατοκρατία και Τουρκοκρατία
Τη περίοδο 1355 μέχρι 1462 το νησί άνηκε στην γενουάτικη οικογένεια των Γατελούζων, οι οποίοι κατάφεραν να αναδείξουν την ηγεμονία τους ως μια από τις ισχυρότερες στην ανατολή. Η ειρηνική μετάβαση της εξουσίας οδήγησε σε μια περίοδο ηρεμίας και ακμής της Λέσβου. Όλοι οι ηγεμόνες των Γατελούζων εργάστηκαν στην οικονομική ανάπτυξη της ηγεμονίας τους και κατάφεραν να επεκτείνουν την κυριαρχία τους στη Θράκη (1356), στην Παλαιά Φώκαια (1402), στη Θάσο (1420), στη Σαμοθράκη (1433) και στη Λήμνο (1449).
Μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως έγινε μια πρώτη προσπάθεια κατάληψης της Λέσβου από τους Τούρκους το 1455 που όμως απέτυχε. Την 1 Σεπτεμβρίου 1462 το νησί πολιορκείται από το Μωάμεθ Β' και το στόλο του και η Μυτιλήνη παραδίδεται ύστερα από 14 ημέρες. Μετά την κατάληψη της Μυτιλήνης, οι Τούρκοι την καταστρέφουν και σφάζουν μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Οι εναπομείναντες χριστιανοί μετακινήθηκαν στην ενδοχώρα. Στη Λέσβο γεννιέται επί τουρκοκρατίας ο Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα. Κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας το νησί δέχτηκε αρκετές επιδρομές από τους Ενετούς, Γάλλους, Ιωαννίτες Ιππότες της Ρόδου και τους Σαρακηνούς, ενώ χάνει τη σημαντική θέση που έχει. Κατά τη διάρκεια του Ρωσοτουρκικού πολέμου το νησί δέχεται επιδρομές από τους Ψαριανούς, οι οποίοι λεηλάτησαν το Πλωμάρι το 1770 και την Πλαγιά το 1773. Η πρώτη επαναστατική κίνηση εναντίον των Τούρκων έγινε το 1817, ενώ το 1821 απέτυχε το στρατιωτικό σχέδιο για τη Χίο και τη Μυτιλήνη. Το 1822 έγινε πάλι προσπάθεια να ξεσηκωθεί η Λέσβος αλλά η σφαγή της Χίου οδήγησε στην εγκατάλειψη αυτής της προσπάθειας.
Με τις μεταρρυθμήσεις που τέθηκαν νε εφαρμογή με το διάταγμα του Ροδόκηπου (1839) και του Χαττ-ι Χουμαγιούν (1856), η οικονομία του νησιού αλλάζει μορφή και από κλειστή αγροτική, ανοίγεται στη διεθνή αγορά με το εμπόριο κυρίως σαπουνιού και λαδιού. Οι αλλάγες που συνέβαλαν σε αυτό ήταν η κατάργηση των προνομίων του ναζίρη στο εμπόρειο λαδιού, η δικαιότερη κατανομή φόρων και οι εγγυήσεις προστασίας της ιδιοκτησίας και περιουσίας των ατόμων. Αποτέλεσμα ήταν μια τεράστια πληθυσμιακή αύξηση και οικονομονική άνθηση. Ο πληθυσμός του νησιού υπολογίζεται ότι από 12 με 14 χιλιάδες στα μέσα του αιώνα, έφτασε στο τέλος του 19ου αιώνα τις 100 με 130 χιλιάδες, η μεγάλη πλειοψηφία των οποίων είναι χριστιανοί, αλλά δεν υπάρχουν ακριβή στοιχεία. Σημαντική ώθηση στην οικονομία έδωσε και το γεγονός ότι αρκετοί από τους κατοίκους του νησιού μετανάστευσαν ύστερα από τη παγωνιά το 1850 που κατέστρεψε τις σοδειές και σκότωσε το κτηνοτροφικό κεφάλαιο και ασχολήθηκαν με εμπορικές εταιρείες. Τα εργοστάσια παράγωγής άνηκαν αποκλειστικά σε χριστιανούς, κάτι που σύμφωνα με το Β. Lewis οφείλεται στο γεγονός ότι οι Οθωμανοί έμειναν πιστοί στις ισλαμικές αρχές τους και αρνήθηκαν να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες. Αποτέλεσμα αυτού του φαινομένου ήταν η συρρίκνωση του οθωμανικού στοιχείου της Λέσβου. Σύμφωνα με την άποψη του στρατηγού Wilson η συρρίκνωση οφείλεται στην ελλειπή μόρφωση, στις στρατολογήσεις, στις κακές συνθήκες διαβίωσης και το ράθυμο χαρακτήρα των Οθωμανών.
Νεώτερη ιστορία
Η Λέσβος απελευθερώθηκε από τους Τούρκους τις 8 Νοεμβρίου 1912 από το στόλο του ναύαρχου Κουντουριώτη και η πλήρης ενσωμάτωσή της με την Ελλάδα έγινε το 1914. Στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στο νησί εγκαθίστανται μονάδες του Αγγλογαλλικού στόλου με εγκαταστάσεις (Λουτρά, Ακόθ, Κόλπος Καλλονής, Θερμή κ.α.). Το Μάιο του 1915 το νησί επισκέφτηκε ο Ελευθέριος Βενιζέλος και μετά πάλι με την Επαναστατική Κυβέρνηση το 1916. Το 1918 η Μεραρχία Αρχιπελάγους πολέμησε στο Μακεδονικό Μέτωπο (Μάχη του Σκρα).
Μετά τη μικρασιατική καταστροφή και την ανταλλαγή πληθυσμών που ακολούθησε, η Λέσβος δέχεται τους πρόσφυγες, ενώ ο εναπομείναντας πληθυσμός Τούρκων φεύγει. Για την στέγαση των προσφύγων χτίστηκαν στα χωριά οι συνοικισμοί. Η αποκοπή της Λέσβου από τα μικρασιατικά παράλια επέφερε μια σημαντική μείωση στην βιομηχανική παραγωγή του νησιού, αφού η οικονομία του ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με αυτά ως κύρια αγορά των προϊόντων που παρήγαγε. Από την άλλη, οι πρόσφυγες προσέφεραν φτηνά εργατικά χέρια και βοήθησαν στην ανάπτυξη νέων καλλιεργειών. Το 1928 στο νησί ζούσαν 137.160 κάτοικοι. Στον Ελληνοϊταλικό, Ελλληνογερμανικό και Εμφύλιο Πόλεμο το νησί (1940-1949) δίνει το φόρο αίματος και υφίσταται τις οικονομικές επιπτώσεις. Το νησί κατέλαβε ο γερμανικός στρατός το 1941. Η κατοχή κράτησε ως το 1944. Στη νεότερη ιστορία, η οικονομία του στηρίζεται στο λάδι και στα προϊόντα του, στην κτηνοτροφία και στη βυρσοδεψία, αν και η απόσταση του νησιού από το οικονομικό κέντρο της ελλάδας τη περίοδο 1950-1970 έδρασε ως τροχοπέδη για την οικονομική ανάπτυξη. Την ίδια περίοδο έγιναν προσπάθειες απεξάρτησης από τη μονοκαλλιέργεια της ελιάς, η οποία είχε ασταθή παραγωγή και οδήγησε στην εγκατάληψη του νησιού από τους κατοίκους του. Τη δεκαετία του 1980 αναπτύσσεται η τουριστική βιομηχανία, η οποία σήμερα είναι ένας από τους κύριους τομείς εισοδήματος του νησιού, μαζί με τη μεταποίηση αγροτικών προϊόντων.
Ξεκινώντας από το 1966 έγιναν βήματα για την προστάσια του απολιθωμένου δάσους της Λέσβου. Η ευρύτερη περιοχή που βρίσκεται το απολιθωμένο δάσος της Λέσβου, έκτασης 150.000 στρεμμάτων, απέκτησε το καθεστώς διατηρητέου μνημείο με το προεδρικό διάταγμα 443/85, το οποίο δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 160, που εκδόθηκε τις 19 Σεπτεμβρίου 1985.Από το 2000, το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Απολιθωμένου Δάσους Λέσβου, ιδρυθέν το 1994, είναι ιδρυτικό μέλος του δικτύου Ευρωπαϊκών Γεωπάρκων και το 2004 εντάχθηκε στο Παγκόσμιο Δίκτυο Γεωπάρκων της UNESCO. Το Νοέμβριο του 2011, ο δήμος Λέσβου έστειλε φάκελλο στην UNESCO, με σκοπό όλο το νησί να ενταχθεί στο Παγκόσμιο Δίκτυο Γεωπάρκων αυτής. Την 21η Σεπτεμβρίου του 2012, η UNESCO ενέκρινε την υποψηφιότητα της Λέσβου και τήν ενέταξε στο Παγκόσμιο Δίκτυο Γεωπάρκων, έπειτα από απόφαση που λήφθηκε στο Οπόρτο. Την επιτροπή αξιολόγησης απάρτιζαν ο δόκτωρ Ζ. Μαρτινί, διευθυντής γεωπάρκου στις γαλλικές Άλπεις και ο δόκτωρ Α. Σίλερ, διευθυντής γεωπάρκου στο Φούλκαν Άιφελ της Γερμανίας.
Γεωγραφία
Η Λέσβος είναι νησί του ανατολικού Αιγαίου, το τρίτο σε έκταση και πληθυσμό στην Ελλάδα. Βρίσκεται κοντά στα μικρασιατικά παράλια, το σχήμα της είναι τριγωνικό, η έκτασή της 1.630 τ.χμ. και το μήκος των ακτογραμμών της 370 χμ. Το έδαφος της Λέσβου είναι ορεινό και ημιορεινό, με υψηλότερες κορυφές τον Όλυμπο (968μ.) και τον Λεπέτυμνο (969μ.). Οι πεδινές εκτάσεις σχηματίζονται κοντά στα παράλια, με κυριότερες τις πεδιάδες της Καλλονής, του Πολιχνίτου, της Ερεσού και της Γέρας.
Οι ακτές της εμφανίζουν πλούσιο διαμελισμό και χαρακτηρίζονται, στα νότια, από τον σχηματισμό δύο μεγάλων εγκολπώσεων με πολύ στενές εισόδους, τον κόλπο της Γέρας και τον κόλπο της Καλλονής. Ο κόλπος της Καλλονής είναι ο μεγαλύτερος, με έκταση που υπολογίζεται στα 110 τετραγωνικά χιλιόμετρα και μέσο βάθος δέκα μέτρων. Συνδέεται με το Αιγαίο μέσω ενός στενού διαύλου μήκους τεσσάρων χιλιομέτρων. Στις όχθες του βρίσκονται αλυκές και υγροβιότοποι. Χαρακτηρίζεται ως αβαθής ημίκλειστος. Ο κόλπος της Γέρας είναι στο ανατολικό άκρο του νησιού και έχει έκταση 42 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Κατά μήκος των ακτών του έχουν σχηματιστεί υφάλμυρα έλη.
Πρωτεύουσα του νησιού είναι η Μυτιλήνη, στην νοτιοανατολική πλευρά και σημαντικές κωμοπόλεις η Μήθυμνα, το Πλωμάρι, η Αγιάσος και η Ερεσός. Η Λέσβος, αν και διαθέτει πλούσια βλάστηση, δεν έχει μεγάλους ποταμούς, παρά μόνο χειμάρρους. Ιδιαίτερη σημασία έχει ο ποταμός Ευεργέτουλας στο κεντρικό μέρος του νησιού, καθώς στο σημείο που εκβάλλει στο κόλπο της Γέρας σχηματίζεται το έλος Ντίπι, το μεγαλύτερο του νησιού και σημαντικός υγροβιότοπος. Άλλοι σημαντικοί ποταμοί είναι οι Τσικνιάς, Τσιχλιώτας, Μυλοπόταμος, Σεδούντας και Αλμυροπόταμος. Τα δάση της καλύπτουν σχεδόν το ένα πέμπτο της επιφάνειάς της και οι ελαιώνες της, το ένα τέταρτο της έκτασής της. Αντίθετα όμως με την υπόλοιπη Λέσβο, το δυτικό τμήμα του νησιού είναι ξερό και άγονο.
Το κλίμα της Λέσβου είναι ήπιο μεσογειακό, με μεγάλη ηλιοφάνεια όλη τη διάρκεια του έτους.
Γεωλογία
Η Λέσβος βρίσκεται στη μικροπλάκα του Αιγαίου, κοντά στο νοτιοδυτικό κλάδο του βόρειου ρήγματος της Ανατολίας. Η παρουσία αυτού του ρήγματος έχει οδηγήσει στην αποκοπή του νησιού από τη Μικρά Ασία, ενώ είναι υπεύθυνο για αρκετές καταστροφικές σεισμικές δονήσεις που έλαβαν χώρα στη περιοχή. Πόλεις, όπως η Πύρρα, έχουν καταστραφεί από τους σεισμούς. Το 1867 ισχυρός σεισμός καταστρέφει μεγάλο μέρος του νησιού και αφήνει πίσω του 550 νεκρούς, ενώ ισχυρός σεισμός λαμβάνει χώρα και το 1889, με 25 νεκρούς. Η Λέσβος τοποθετείται στη ζώνη ΙΙ σεισμικής επικινδυνότητας για τον Ελλαδικό χώρο.
Γεωλογικά η Λέσβος ανήκει στην Πελαγονική ζώνη. Το αλπικό υπόβαθρο του νησιού, τμήμα της ζώνης της Κιμερικής ηπείρου, είναι επωθημένο από οφιόλιθους και μετα-αλπικούς σχηματισμούς. Τα παλαιότερα στρώματα πετρωμάτων βρίσκονται στη περιοχή του κόλπου της Γέρας και στη περιοχή του Σιγρίου και του Γαββαθά. Είναι πετρώματα περμοτριαδικής ηλικίας και είναι σχιστόλιθοι, χαλαζίτες, φυλλίτες και μεταψαμμίτες που εναλλάσσονται με μάρμαρα και κρυσταλλικούς ασβεστολίθους. Πάνω σε αυτά βρίσκονται οφιολιθικά πετρώματα του Μεσοζωικού αιώνα, τα οποία βρίσκονται στη νότια Λέσβο, δυτικά του όρους Όλυμπος. Αυτά τα πετρώματα προέρχονται από το πυθμένα της Τηθύος. Χωρίζονται σε δύο στρώματα. Το ανώτερο αποτελείται από υπερμαφικά, μελανού χρώματος πετρώματα και το κατώτερο, το οποίο χωρίζει τα οφιολιθικά πετρώματα από το αλπικό υπόστρωμα, από αμφιβολίτες και αμφιβολικά πετρώματα. Φλέβες ηφαιστειακών πετρωμάτων διαπερνούν αυτό το στρώμα. Τέλος, αλουβιακοί σχηματισμοί συναντώνται στη πεδιάδα της Καλλονής, όπως και σε μικρές προσχωσιγενείς κοιλάδες και μικρά πεδία που δημιουργήθηκαν από χειμάρους.
Τα δύο τρίτα της Λέσβου καλύπτονται από ηφαιστειακά πετρώματα, κυρίως ανδεσίτες, ρυόλιθους, ηφαιστειακό τόφφο και στάχτη. Τα ηφαιστειακά πετρώματα καταλαμβάνουν το βόρειο, κεντρικό και δυτικό τμήμα της Λέσβου. Διακρίνονται επιμέρους γεωλογικοί σχηματισμοί οι οποίοι περιγράφηκαν από τους Piper και Piper το 1992 από τον αρχαιότερο στο πιο πρόσφατο ως οι λάβες της Ερεσσού, ο σχηματισμός του Σκουτάρου, ο ιγνιμβρίτης του Πολυχνίτου, ο σχηματισμός του Σκαλοχωρίου, ο σχηματισμός της Συκαμιάς, ο σχηματισμός (βασάλτης) της Μυτιλήνης και οι βλέβες του Μεσοποτάμου. Η ηφαιστειακή δραστηριότητα ήταν αποτέλεσμα της σύγκρουσης της ευρασιατικής λιθοσφαρικής πλάκας στο βορρά με την αφρικανική λιθοσφαρική πλάκα στο νότο, με αποτέλεσμα τη βύθιση της δεύτερης κάτω από τη πρώτη. Η αφρικανική πλάκα τήκεται και στη συνέχεια το λιωμένο υλικό κινείται προς της επιφάνεια και δημιουργεί ένα τόξο ηφαιστείων πίσω από τη περιοχή σύγκρουσης των δύο πλακών. Τώρα η περιοχή σύγκλισης είναι νότια της Κρήτης και υπάρχουν ενεργά ηφαίστεια στη Σαντορίνη και τη Νίσυρο. Πριν από 21,5 με 16,5 εκατομμύρια χρόνια, στο χώρο του σημερινού Αιγαίου υπήρχε μία ενιαία ξηρά, η Αιγηίδα, η περιοχή σύγκλισης βρισκόταν στο χώρο των Κυκλάδων και τα ηφαίστεια στο Βορειοανατολικό Αιγαίο. Στη Λέσβο, αυτή η δραστηριότητα δημιούργησε σύνθετα ηφαιστειακά οικοδομήματα όπως, πέρα από τους κρατήρες, δόμοι και φλέβες. Οι κύριοι κρατήρες στη Λέσβο βρίσκονταν στη περιοχή της Βατούσας, της Άγρας και του Λεπέτυμνου, ενώ έχουν βρεθεί και άλλοι κρατήρες διάσπαρτοι σε όλο το νησί.
Η ηφαιστειακή δραστηριότητα των ηφαιστείων της Λέσβου προκάλεσε την έξοδο τεράστιων ποσοτήτων λάβας, στάχτης και άλλων υλικών που σκέπασαν μεγάλες εκτάσεις. Η βλάστηση εκείνης της εποχής σκεπάστηκε από παχιά στρώματα ηφαιστειακής στάχτης. Στη συνέχεια, οι έντονες βροχοπτώσεις που ακολούθησαν, παρέσυραν τη στάχτη από τις περιοχές με μεγάλο υψόμετρο. Έτσι δημιουργήθηκαν πυροκλαστικές ροές υλικών που κινήθηκαν προς τα δυτικά και κάλυψαν το μεγάλο πυκνό δάσος που υπήρχε εκείνη τη περιοχή στη δυτική Λέσβο. Η κίνηση του υλικού ήταν ταχύτατη και κάλυψε αμέσως τους κορμούς, τα κλαδιά και τα φύλλα των δέντρων.
Η απομόνωση των φυτικών ιστών από τις επιφανειακές συνθήκες και η έντονη υδροθερμική κυκλοφορία, θερμών ρευστών πλουσίων σε πυρίτιο που ακολούθησε, επέτρεψε την τέλεια απολίθωση των φυτικών ιστών, κάτω από ιδανικές συνθήκες. Κατά τη διαδικασία αυτή είχαμε αντικατάσταση μόριο προς μόριο της οργανικής φυτικής ύλης από ανόργανη ύλη των ρευστών. Με το τρόπο αυτό διατηρήθηκαν πολύ καλά τα μορφολογικά χαρακτηριστικά των δέντρων, όπως η εξωτερική επιφάνεια του κορμού, οι αυξητικοί δακτύλιοι καθώς και η εσωτερική δομή του ξύλου. Τώρα αυτοί οι κορμοί αποκαλύπτονται με τη φυσική διάβρωση του εδάφους και αποτελούν το απολιθωμένο δάσος της Λέσβου. Η διάβρωση αυτών των πετρωμάτων οφείλεται για το έντονο ανάγλυφο της δυτικής Λέσβου.

Tags: