Το πάντα, η αιλουρόποδη αρκούδα (Ailuropoda melanoleuca - Αιλουρόπους ο μελανόλευκος), γνωστό επίσης ως το γιγαντιαίο πάντα για να το ξεχωρίζουμε από το μη συγγενικό του κόκκινο πάντα, είναι μία αρκούδα που απαντάται στην κεντροδυτική και νοτιοδυτική Κίνα. Αναγνωρίζεται εύκολα από τις μεγάλες, χαρακτηριστικές μαύρες κηλίδες γύρω από τα μάτια του, τα αφτιά του, και κατά μήκος του στρόγγυλου σώματός του. Αν και κατατάσσεται στην τάξη των Σαρκοφάγων τρέφεται κατά 99% με μπαμπού. Τα πάντα στην φύση σποραδικά τρώνε άλλα είδη φυτών, άγριους βολβούς, ή ακόμα και κρέας με την μορφή πουλιών, τρωκτικών ή ψοφιμιών. Στην αιχμαλωσία(εθνικά πάρκα/ζωολογικοί κήποι), μερικές φορές τρώνε μέλι, αβγά, ψάρια, γλυκοπατάτες, φύλλα θάμνων, πορτοκάλια ή μπανάνες μαζί με το ειδικά παρασκευασμένο φαγητό.
Το γιγαντιαίο πάντα ζει σε λίγα βουνά της κεντρικής Κίνας, κυρίως στην επαρχία Σετσουάν, αλλά και στις επαρχίες Σαανσί και Γκανσού. Ως αποτέλεσμα της εντατικής καλλιέργειας, της αποψιλώσεως των δασών και άλλων εξελίξεων, τα πάντα έχουν οδηγηθεί μακριά από τις πεδινές περιοχές όπου παλαιότερα κατοικούσαν.
Το πάντα είναι είδος σε κίνδυνο. Αναφορά του 2007 έδειξε ότι ζουν 239 πάντα σε αιχμαλωσία εντός της Κίνας και άλλα 27 έξω από την χώρα. Οι εκτιμήσεις του άγριου πληθυσμού ποικίλουν: Μία εκτίμηση έδειξε ότι υπάρχουν γύρω στα 1590 μεμονωμένα πάντα στην άγρια φύση, ενώ μία μελέτη του 2006 μέσω ανάλυσης του DNA υπολόγισε ότι αυτός ο αριθμός πρέπει ναι είναι από 2000 μέχρι 3000. Κάποιες αναφορές επίσης δείχνουν ότι ο αριθμός των πάντα στη φύση αυξάνεται. Ωστόσο, η IUCN δεν πιστεύει ότι υπάρχει αρκετή σιγουριά ακόμη, για να ανακατατάξει το είδος από κινδυνεύον σε ευάλωτο.
Αν και ο δράκος χρησιμοποιείται συχνά ως εθνικό έμβλημα της Κίνας, το πάντα χρησιμοποιείται διεθνώς τουλάχιστον εξίσου συχνά. Και σαν τέτοιο (εθνικό έμβλημα της Κίνας) χρησιμοποιείται ευρέως εντός της Κίνας σε διεθνές πλαίσιο, όπως για παράδειγμα οι πέντε μασκότ των Ολυμπιακών αγώνων του Πεκίνου.
Το γιγαντιαίο πάντα έχει ασπρόμαυρο τρίχωμα. Τα ενήλικα πάντα έχουν μήκος που κυμαίνεται από 1,5 έως 1,8μ., συμπεριλαμβανομένης της ουράς (η οποία έχει μήκος περίπου 13 εκ.), και ύψος 60-90 εκ. ως τους ώμους. Τα αρσενικά μπορεί να ζυγίζουν μέχρι και 160 κ. Τα θηλυκά (γενικώς 10-20% μικρότερα από τα αρσενικά) μπορεί να ζυγίζουν μόνο 75 κ., αλλά μπορεί να φτάσουν επίσης τα 125 κ. Το μέσο βάρος ενός ενήλικα είναι 100-115 κ.
Το γιγαντιαίο πάντα σώμα που είναι χαρακτηριστικό των αρκούδων. Έχει μαύρο τρίχωμα στα αυτιά του, στα μάτια του, στην μουσούδα, στα πόδια και στους ώμους. Το υπόλοιπο τρίχωμα του είναι άσπρο. Μολονότι οι επιστήμονες δεν γνωρίζουν γιατί αυτές οι ασυνήθιστες αρκούδες είναι ασπρόμαυρες, υποθέτουν ότι ο έντονος χρωματισμός εξασφαλίζει αποτελεσματικό καμουφλάζ στον διάστικτο με σκιές χιονισμένο και βραχώδη βιότοπό τους. Το πάντα έχει μεγάλους τραπεζίτες και σκληρούς μασητήρες για να συνθλίβει τα σκληρά μπαμπού.
Το πόδι του γιγαντιαίου πάντα έχει έναν «αντίχειρα» και πέντε δάχτυλα: ο αντίχειρας-στην πραγματικότητα ένα τροποποιημένο σησαμοειδές οστό-βοηθά το πάντα να κρατά το μπαμπού καθώς τρώει. Ο Stephen Jay Gould πραγματεύεται αυτό το χαρακτηριστικό στο βιβλίο με δοκίμια με θέμα την εξέλιξη και την βιολογία, «Ο Αντίχειρας του Πάντα».
Η ουρά του γιγαντιαίου πάντα, με μήκος 10-15 εκ., είναι η δεύτερη μεγαλύτερη στην οικογένεια των Αρκτιδών.(Η μεγαλύτερη ανήκει στην αρκούδα του μελιού
Το γιγαντιαίο πάντα ζει περίπου 20 χρόνια στην φύση και 30 χρόνια στη αιχμαλωσία. Το γηραιότερο αιχμάλωτο άτομο που κατεγράφη, ένα θηλυκό ονόματι Ming-Ming, έφτασε τα 34 χρόνια.
Στην φύση το γιγαντιαίο πάντα είναι ένα χερσαίο ζώο και βασικά περνά την ζωή του τριγυρίζοντας και τρώγοντας στα δάση από μπαμπού των βουνών Tσινλίγκ και στην λοφώδη επαρχία Σετσουάν. Τα γιγαντίαια πάντα είναι κατά κανόνα μοναχικά, και κάθε ενήλικο άτομο έχει καθορισμένη περιοχή. Ένα θηλυκό δεν ανέχεται την παρουσία άλλων θηλυκών στην δική του περιοχή. Τα πάντα επικοινωνούν φωνάζοντας και σημαδεύοντας με οσμές τον χώρο τους τρίβοντας τα νύχια τους σε δένδρα και ραντίζοντας με ούρα. Είναι ικανά να σκαρφαλώσουν και να βρουν καταφύγιο σε κούφια δένδρα ή σε ρωγμές βράχων, αλλά δεν φτιάχνουν μόνιμες φωλιές. Για αυτόν τον λόγο, τα πάντα δεν πέφτουν σε χειμερία νάρκη, πράγμα που είναι παρόμοιο σε άλλα υποτροπικά θηλαστικά, και στην θέση μετακινούνται σε υψόμετρα με υψηλότερες θερμοκρασίες. Τα πάντα βασίζονται πρωταρχικά σε μνήμη του χώρου παρά σε οπτική μνήμη.
Αντιμετωπίζουν κοινωνικά προβλήματα που λαμβάνουν χώρα βασικά κατά την διάρκεια της σύντομης περιόδου της αναπαραγωγής, στην οποία τα πάντα έρχονται κοντά το ένα με το άλλο. Μετά το ζευγάρωμα, το αρσενικό αφήνει το θηλυκό να αναθρέψει το νεογνό.
Αν και το πάντα θεωρείται υπάκουο, έχει γίνει γνωστό ότι επιτίθεται σε ανθρώπους, μάλλον από ερεθισμό παρά από επιθετικότητα.
Παρά την συστηματική ταξινόμησή του ως Σαρκοφάγο, η διατροφή του γιγαντιαίου πάντα είναι κατά κύριο λόγο χορτοφαγική και αποτελείται σχεδόν αποκλειστικά από μπαμπού. Ωστόσο, το γιγαντιαίο πάντα έχει το πεπτικό σύστημα των Σαρκοφάγων, όπως και άλλα ειδικά γονίδια των Σαρκοφάγων, και έτσι παίρνει λίγη ενέργεια και λίγες πρωτεΐνες από την κατανάλωση μπαμπού. Η ικανότητά του να πέπτει την κυτταρίνη αποδίδεται στα μικρόβια που βρίσκονται στο έντερό του . Το γιγαντιαίο πάντα είναι ένα «πολύ εξειδικευμένο» ζώο με «μοναδική προσαρμοστικότητα», και ζει στα δάση από μπαμπού εδώ και εκατομμύρια χρόνια. Το μέσο γιγαντιαίο πάντα τρώει περίπου 9-14 κ. βλαστούς μπαμπού την μέρα. Επειδή η διατροφή του είναι χαμηλής περιεκτικότητας σε θρεπτικά συστατικά, είναι σημαντικό να κρατά το πεπτικό του σύστημα γεμάτο. Η περιορισμένη πρόσληψη ενέργειας που του επιβάλλει η διατροφή του έχει επιπτώσεις στην συμπεριφορά του. Το γιγαντιαίο πάντα τείνει να περιορίζει τις κοινωνικές του αλληλεπιδράσεις και να αποφεύγει τα επικλινή εδάφη για να περιορίσει τις ενεργειακές του δαπάνες.
Δύο από τα πιο χαρακτηριστικά του γνωρίσματα, το μεγάλο μέγεθός του και το στρογγυλό κεφάλι, είναι προσαρμογές στην διατροφή του με μπαμπού. Ο ερευνητής των πάντα Russel Ciochon είπε « Όπως στον φυτοφάγο γορίλα, η επιφάνεια του κάτω μέρους του σώματος σε σχέση με τον όγκο του σώματος (του γιγαντιαίου πάντα) χαμηλού ρυθμού μεταβολισμού. Αυτός ο χαμηλός μεταβολικός ρυθμός επιτρέπει στο γιγαντιαίο πάντα να συντηρείται από φτωχές σε θρεπτικά συστατικά πηγές όπως το μπαμπού». Παρομοίως, το στρογγυλό πρόσωπο του γιγαντιαίου πάντα είναι αποτέλεσμα των ισχυρών μασητήρων του, οι οποίοι προσφύονται στην κορυφή του κεφαλιού και φτάνουν μέχρι τα σαγόνια. οι μεγάλοι τραπεζίτες συνθλίβουν και αλέθουν τα ινώδη υλικά που αποτελούν τα φυτά.
Τα πάντα τρώνε οποιοδήποτε από τα 25 είδη μπαμπού στην φύση, όπως τα είδη Forgesia dracocephala και Forgesia rufa. Μόνο όμως μερικά είδη μπαμπού ευδοκιμούν στα μεγάλα υψόμετρα όπου κατοικούν τα πάντα στις μέρες μας. Τα φύλλα των μπαμπού περιέχουν πρωτεΐνες υψηλής ποιότητας ενώ οι μίσχοι χαμηλότερης. Επειδή όλα τα μπαμπού ενός είδους ανθίζουν, πεθαίνουν και ξαναφυτρώνουν συγχρόνως, το γιγαντιαίο πάντα μπορεί να έχει τελικά στην διάθεσή του, εντός της περιοχής του, μόνο 2 είδη για να μην λιμοκτονήσει. Αν και βασικά είναι φυτοφάγο, το γιγαντιαίο πάντα έχει αρκουδίσια πόδια και τρώει κρέας, ψάρια και αυγά όταν είναι διαθέσιμα. Στην αιχμαλωσία, αν και γενικώς τα ζωολογικά πάρκα διατηρούν την διατροφή με μπαμπού του γιγαντιαίου πάντα, κάποια δίνουν στα πάντα ειδικά κατασκευασμένα μπισκότα ή άλλα συμπληρώματα διατροφής.
Τα γονίδια του γιγαντιαίου πάντα ταξινομήθηκαν το 2009 με την χρήση τεχνολογίας νέας γενιάς. Τα γονίδιά του περιέχουν 20 ζεύγη αυτοσωμάτων και ένα ζεύγος φυλετικών χρωμοσωμάτων.
Για πολλές δεκαετίες, η ακριβής ταξινόμηση ήταν υπό διχογνωμία, καθώς είχε κοινά στοιχεία τόσο με τις αρκούδες όσο και με τα ρακούν. Εν τούτοις μοριακές μελέτες έδειξαν ότι το γιγαντιαίο πάντα είναι μια πραγματική αρκούδα και ανήκει στην οικογένεια των Αρκτιδών, αν και διαφοροποιήθηκε ιστορικά νωρίς από τον κύριο κορμό της οικογένειας. Ο κοντινότερος επιζώντας συγγενής του γιγαντιαίου πάντα είναι η διοπτροφόρος αρκούδα που ζει στην Νότια Αμερική. Το γιγαντιαίο πάντα έχει χαρακτηριστεί ως ζωντανό απολίθωμα.
Παρά το ότι μοιράζεται το ίδιο όνομα, το ίδιο περιβάλλον, την ίδια διατροφή ακόμα και το μοναδικό, μεγαλωμένο οστό που «ψευτοαντίχειρας» (και βοηθά το ζώο να κρατά τους βλαστούς μπαμπού που τρώει), το γιγαντιαίο πάντα και το κόκκινο πάντα είναι πολύ μακρινοί συγγενείς.
Έχουν αναγνωριστεί δύο υποείδη του γιγαντιαίου πάντα επί τη βάσει των διαστάσεων του κρανίου, του χρωματισμού και της γενετικής του πληθυσμού.
• Το υποείδος Ailuropoda melanoleuca melanoleuca, το οποίο περιλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος του ζώντος πληθυσμού των πάντα.
• Το υποείδος Ailuropoda melanoleuca quinligensis, κοινώς πάντα του όρους Τσινλιγκ, το οποίο ζει στο όρος Τσινλίγκ, στην επαρχία Σαανσί, σε ύψη 1300-3000 μέτρα. Το κρανίο του υποείδους αυτού είναι μικρότερο και έχει μεγαλύτερους γομφίους.
Λεπτομερής μελέτη της γενετικής ιστορίας του γιγαντιαίου πάντα, που πραγματοποιήθηκε το 2012, βεβαίωσε ότι ο διαχωρισμός του πληθυσμού του Τσινλίγκ συνέβη περίπου 300.000 χρόνια πριν και απεκάλυψε ότι και ο υπόλοιπος πληθυσμός χωρίστηκε σε δύο ομάδες περίπου 2800 χρόνια πριν.